Στον αντίποδα της αυτοδυναμίας της ΝΔ, η εναλλακτική πρόταση διακυβέρνησης «χωλαίνει»!

07/01/2023 - 10:00 Ενημερώθηκε 08/01/2023 - 11:11

Είμαστε στην αρχή του 2023, ενός εκλογικού έτους, με πολλές και διαφορετικές εκλογικές αναμετρήσεις, που θα κρίνουν πάρα πολλά και για την πορεία της χώρας μας τα επόμενα χρόνια, αλλά και για την επόμενη μέρα σε τοπικό επίπεδο, αφού στις αυτοδιοικητικές εκλογές που θα γίνουν θα αναδειχθούν και οι τοπικές αρχές για τα επόμενα πέντε χρόνια. Και όλα αυτά ενώ οι αστάθμητοι παράγοντες, η αβεβαιότητα και η ανασφάλεια, που επικρατεί σε διεθνές, περιφερειακό, αλλά και εθνικό επίπεδο, επηρεάζουν εκ των πραγμάτων την κοινή γνώμη και την κοινωνία που πρέπει με τις επιλογές της να αποφασίσει για το τι μέλλει γενέσθαι στη χώρα μας συνολικά , αλλά και στην περιοχή μας. Σε κεντρικό επίπεδο οι πολιτικές δυνάμεις, μέσα σε ένα έντονα πολωτικό και τοξικό κλίμα είναι έτοιμες να αντιπαραταχθούν, επιστρατεύοντας αντί για επιχειρήματα και προγραμματικές προσεγγίσεις, ύβρεις και προσωπικές αιχμές, στοχεύοντας να «πλήξουν» προσωπικά τον αντίπαλο, αδιαφορώντας αν αυτή η τακτική «ναρκοθετεί» την ύπαρξη στοιχειώδους συναίνεσης στους δύσκολους και απρόβλεπτους καιρούς που ζούμε. Αποδεικνύοντας για άλλη μια φορά ότι τα «παθήματα» στη χώρα μας, για το πολιτικό σύστημα, δεν έχουν γίνει «μαθήματα» και ας είναι πολύ πρόσφατες οι εμπειρίες από την καταστροφική αυτή τακτική, που πλήρωσε η ελληνική κοινωνία. Και όλα αυτά ενώ έχουμε μπροστά μας μια εκλογική αναμέτρηση, με ένα εκλογικό σύστημα, της απλής αναλογικής, που για να λειτουργήσει και να δημιουργήσει συνθήκες σταθερότητας, επιβάλλεται η στοιχειώδης συναίνεση και οι συγκλίσεις διαφορετικών πολιτικών δυνάμεων , προφανώς με τους αναγκαίους αμοιβαίους συμβιβασμούς από τα «θέλω» της κάθε πλευράς. Και δυστυχώς χωρίς κουλτούρα διαλόγου και συναινέσεων, που πλέον είναι κάτι περισσότερο από εμφανής στην αντιπαράθεση των πολιτικών δυνάμεων, η απλή αναλογική αντί για «εργαλείο» σταθερότητας και κυβερνησιμότητας, τείνει να μετατραπεί σε τροχοπέδη που δημιουργεί αδιέξοδα και που σε τελική ανάλυση κανείς δεν πιστεύει, αφού υπονομεύεται στην πράξη με κάθε ευκαιρία. Δικαιολογημένα λοιπόν στην συντριπτική πλειοψηφία της κοινωνίας , από τη στιγμή που οι πολιτικές δυνάμεις του τόπου αρνούνται στην πράξη να αναζητήσουν τις όποιες συγκλίσεις, ακόμη και οι «όμορες» πολιτικά με την στενή και ευρεία έννοια, υπάρχει προβληματισμός για το τι μέλλει γενέσθαι, αν οι κάλπες της απλής αναλογικής, δεν δώσουν βιώσιμη κυβερνητική λύση. Γιατί αυτό είναι το ζητούμενο και όσο κάποιοι επί αυτού του ζητήματος εκπέμπουν ασάφεια με τις θέσεις τους, δίνουν «μπόνους» και επιχειρήματα σε εκείνους που προτάσουν πρωτίστως την αυτοδυναμία τους, διαπιστώνοντας ότι δεν υπάρχει ...έδαφος για κάτι άλλο, προκειμένου να μην υπάρξει ακυβερνησία. 

Και για να λέμε τα πράγματα με το όνομα τους, χωρίς υπεκφυγές και υπονοούμενα, το κυβερνών κόμμα προσέρχεται στην εκλογική αυτή αναμέτρηση στοχεύοντας και επιδιώκοντας την αυτοδυναμία, θεωρώντας ότι έτσι εξασφαλίζεται η πολιτική σταθερότητα στη χώρα μας και δεν υφίσταται ο κίνδυνος της ακυβερνησίας, που ειδικά σε αυτήν τη χρονική συγκυρία θα είναι ολέθριο να συμβεί και να μπει η χώρα σε «περιπέτειες». Επειδή ο εκλογικός αυτός στόχος της ΝΔ, πολύ δύσκολα έως ακατόρθωτο είναι να προκύψει, με βάση την σημερινή δημοσκοπική εικόνα που έχουμε, από την κάλπη της απλής αναλογικής ακόμη και αν βγει πρώτο κόμμα, αλλά και επίσης δύσκολα με βάση τις εκφρασμένες θέσεις και των άλλων κομμάτων, εκτός ΝΔ, είναι να έχουμε άλλη κυβερνητική πλειοψηφία, αποτελεί μονόδρομο η προσφυγή σε δεύτερες εκλογές με την ενισχυμένη αναλογική, τούτη τη φορά , που δίνει μπόνους εδρών στο πρώτο κόμμα. Το μόνο ενδεχομένως σενάριο, που θα μπορούσε να «αποτρέψει» την άμεση προσφυγή σε δεύτερες εκλογές και να υποχρεώσει και τις πολιτικές δυνάμεις, τουλάχιστον αυτές που μπορούν να συμφωνήσουν σε ένα κυβερνητικό πρόγραμμα, να το ξανασκεφθούν θα προέκυπτε αν υπήρχε η «δέσμευση», με συγκεκριμένες κινήσεις και δηλώσεις, ότι είναι διατεθειμένες να αναζητήσουν συγκλίσεις προκειμένου να προκύψει κυβερνητική πλειοψηφία. Σε τελική ανάλυση αυτό υπαγορεύει το εκλογικό σύστημα της απλής αναλογικής, που φαίνεται όμως ότι ούτε οι υποστηριχτές του ...στηρίζουν! Και με δεδομένο, μιλώντας πάντα ρεαλιστικά, σύγκλιση μεταξύ ΝΔ και ΣΥΡΙΖΑ με το σημερινό τοξικό κλίμα μεταξύ τους, δεν φαίνεται στον ορίζοντα, το μόνο ενδεχομένως ρεαλιστικό σενάριο, για να προκύψει μια τέτοια κυβερνητική πλειοψηφία από την πρώτη κάλπη, είναι να τα ...βρούν η ΝΔ με το ΠΑΣΟΚ. Δεν είναι τυχαίο άλλωστε ότι αυτό το σενάριο «έπαιξε» δυνατά , πριν από μερικούς μήνες, αφήνοντάς το ανοιχτό ως ενδεχόμενο, σε δηλώσεις του και ο ίδιος ο Κ. Μητσοτάκης, λέγοντας ότι ναι μεν επιδιώκουμε την αυτοδυναμία, αλλά αν δεν προκύψει δεν απέκλειε τη συνεργασία περισσότερων του ενός κομμάτων, αν αυτό θα υπαγόρευε η ετυμηγορία του εκλογικού σώματος ...κλείνοντας εμφανώς το μάτι στο ΠΑΣΟΚ και στον Ν. Ανδρουλάκη. 

Η άρνηση του ΠΑΣΟΚ όμως να μπει σε μια τέτοια συζήτηση, ακόμη και στο πολύ πιθανό ενδεχόμενο που οι κάλπες θα υποχρεώσουν όλους εκ των πραγμάτων να πάρουν θέση, θεωρώντας ότι μια τέτοια συζήτηση το βλάπτει εκλογικά, ενώ σε αντίθεση η θέση που επέλεξε, «ούτε με τον Μητσοτάκη , ούτε με τον Τσίπρα» νομίζει ότι το ευνοεί, «έκλεισε» κάθε συζήτηση να αναζητηθεί από την πρώτη κάλπη κυβερνητική πλειοψηφία, είτε σε συνεργασία με το πρώτο κόμμα, εν προκειμένου με τη ΝΔ, είτε και στο «απίθανο» σενάριο, με τον ΣΥΡΙΖΑ και τις άλλες δυνάμεις, εξέπεμψε ασάφεια και αδιαφορία για το τι μέλλει γενέσθαι μετεκλογικά. Έτσι ουσιαστικά έδωσε το δικαίωμα στον πρωθυπουργό να υλοποιήσει ανενόχλητος και χωρίς ενδοιασμούς την στρατηγική της διπλής κάλπης, στοχεύοντας στην αυτοδυναμία από τις δεύτερες εκλογές, προβάλλοντας το δίλημμα πολιτική σταθερότητα, με αυτοδύναμη τη ΝΔ, ή ακυβερνησία; Και εδώ που τα λέμε η μόνη σαφής και ρεαλιστική , με αρχή , μέση και τέλος πρόταση για την επόμενη μέρα , για το πως θα κυβερνηθεί η χώρα μας, ανεξαρτήτως των όποιων ενστάσεων και διαφωνιών που μπορεί να έχει κανείς, είναι αυτή του κυβερνώντος κόμματος, όπου ζητά από το εκλογικό σώμα να της δώσει αυτοδυναμία στη Βουλή, ώστε να έχει κυβερνητική πλειοψηφία για να κυβερνήσει. Στον αντίποδα μέχρι τώρα ακούστηκαν διάφορα σενάρια, από «προοδευτική κυβέρνηση», μέχρι «σοσιαλδημοκρατική κυβέρνηση» και εσχάτως και «κυβέρνηση ειδικού σκοπού». Όλα αυτά κάθε άλλο παρά πειστική απάντηση δίνουν στο ζητούμενο της πολιτικής σταθερότητας που επιθυμεί η συντριπτική πλειοψηφία του εκλογικού σώματος. Και δεν είναι τυχαίο ότι τα περί «προοδευτικής κυβέρνησης» που πρόβαλλε ο ΣΥΡΙΖΑ, επιδιώκοντας να δημιουργήσει «μέτωπο» με το ΠΑΣΟΚ, το ΚΚΕ και τον Βαρουφάκη, από την πρώτη κάλπη ακόμη και αν δεν είναι πρώτο κόμμα, εκτιμώντας ότι αριθμητικά μπορεί να δημιουργηθεί κυβερνητική πλειοψηφία, γρήγορα εγκαταλείφθηκε μετά την κατηγορηματική άρνηση του ΚΚΕ να «παίξει» σε ένα τέτοιο ενδεχόμενο και την αποστασιοποίηση του ΠΑΣΟΚ, γιατί θεωρήθηκε «ηττοπαθές» για την αξιωματική αντιπολίτευση, αφού θα ήταν επί της ουσίας μια σύμπραξή των «ηττημένων» και αποτελούσε μια έμμεση αναγνώριση για την «πρωτιά» του κυβερνώντος κόμματος. Αλλά και η τελευταία πρότασή του ΣΥΡΙΖΑ για «κυβέρνησης ειδικού σκοπού», που θα διελεύκανε τα των υποκλοπών, απαξιώθηκε εν τη γεννέσει της, όταν ο Κουτσούμπας δήλωσε για άλλη μια φορά ότι το ΚΚΕ δεν πρόκειται να συμπράξει , ούτε καν με ψήφο ανοχής σε «μούφα» κυβερνητικά σχήματα και σε «καρικατούρες». Η αδυναμία λοιπόν να εμφανιστεί μια εναλλακτική πρόταση διακυβέρνησης, απέναντι στην αυτοδυναμία της ΝΔ, από μέρους του ΣΥΡΙΖΑ και των άλλων δυνάμεων, είναι ορατή και γι αυτό τόσες παλινωδίες που προκαλούν ...βέρτικο! Όσο για την πρόταση του ΠΑΣΟΚ περί σοσιαλδημοκρατικής κυβέρνησης που θα προτείνει αναλαμβάνοντας την τρίτη εντολή και καλώντας τα άλλα κόμματα να συναινέσουν, μπορεί να παραπέμπει στις περιπτώσεις των κυβερνήσεων της Ιβηρικής, σε Ισπανία και Πορτογαλία, που τα σοσιαλιστικά κόμματα κυβερνούσαν και κυβερνούν σε συνεργασία με αριστερά κόμματα, παραβλέπει ωστόσο ότι εκεί τα σοσιαλιστικά κόμματα είναι τα μεγαλύτερα, σε αντίθεση με ό,τι συμβαίνει εδώ. Είναι προφανές ότι χάθηκε το μέτρο και η σοβαρότητα!  

Και επειδή «τα πολλά λόγια είναι φτώχεια» , όπως λέει και θυμόσοφος λαός μας, στις επικείμενες εκλογές οι ψηφοφόροι θα κληθούν, ειδικά στις δεύτερες εκλογές , που πολύ δύσκολα θα τις αποφύγουμε, να επιλέξουν, έχοντας το δίλημμα «πολιτική σταθερότητα ή ακυβερνησία», κυρίως και πρωθυπουργό ανάμεσα σε δυο πολιτικούς -Μητσοτάκη και Τσίπρα- που έχουν δοκιμαστεί στο αξίωμα και είναι νωπές ακόμη οι μνήμες από την διακυβέρνησή τους. Το γεγονός αυτό έχει να συμβεί εδώ και 30 χρόνια , από το 1993 που ο απερχόμενος Κων. Μητσοτάκης συγκρούστηκε με τον πρώην πρωθυπουργό Ανδρ. Παπανδρέου. Σε όλες τις άλλες αναμετρήσεις της μεταπολίτευσης ο απερχόμενος πρωθυπουργός αντιμετώπιζε κάποιον που δεν είχε δοκιμαστεί, άρα είχε το πλεονέκτημα του νέου και άφθαρτου. Η σύγκρουση δύο πολιτικών που έχουν δοκιμαστεί στην πρωθυπουργία επαναφέρει αναπόφευκτα εμπειρίες και συναισθήματα από το παρελθόν και καθιστά βασικό κριτήριο της ψήφου τη σύγκριση ανάμεσα τους. Ίσως αυτός είναι και ο κύριος λόγος που οι εκλογές, οι οποίες θα γίνουν με το σύστημα της απλής αναλογικής, αντί να ευνοούν τα μικρότερα κόμματα, ευνοούν την πόλωση ανάμεσα στα δυο μεγαλύτερα. Και δεν ευνοούν ακόμη και το ΠΑΣΟΚ, που ενώ επιχείρησε να πλασαριστεί στην αρχή ως μια τρίτη ανερχόμενη δύναμη και «σφήνα» στους δυο μεγάλους, που θα μπορούσε να ανακατέψει την τράπουλα, τελικά λόγω κυρίως δικών του παλινωδιών κατάφερε να απογοητεύσει όσους άλλα προσδοκούσαν από τη νέα ηγεσία του. Έτσι η σύγκρουση Μητσοτάκη - Τσίπρα λαμβάνει το χαρακτήρα μιας «τελικής σύγκρουσης», που έρχεται από το παρελθόν για να κρίνει το μέλλον. Στον πυρήνα αυτής της σύγκρουσης βρίσκεται η Οικονομία -ο καθένας από τους δυο αρχηγούς κουβαλάει τα πεπραγμένα του σε αυτό τον τομέα, αλλά και την πολιτική αξιοπιστία που τον συνοδεύει στη διαχείριση κρίσεων. Επίσης τους καθορίζει πολιτικά η αξιοπιστία που κατέκτησαν όχι μόνο ως πρωθυπουργοί αλλά και ως αρχηγοί της αξιωματικής αντιπολίτευσης. Δυστυχώς κάποιοι φρόντισαν, με τις λάθος κινήσεις τους, το κυρίαρχο δίλημμα των επικείμενων εκλογών να είναι η σύγκριση μεταξύ του νυν και του πρώην πρωθυπουργού. Και επειδή οι απαντήσεις επί αυτού είναι «βιωματικές», στις επικείμενες εκλογές είναι εξαιρετικά δύσκολο να ξεγελάσει κανείς τους ψηφοφόρους. Νομίζουμε!  

 

Γενική Ροή Ειδήσεων

PROUDLY POWERED BY CJ web | Copyright © 2017 {emprosnet.gr}
Made with love and a lot of coffee by CJ web, Creative web Journey