Όταν η πραγματικότητα δεν προσαρμόζεται στις κομματικές ανάγκες, αλλά αντίθετα τις καθορίζει

09/04/2022 - 10:00 Ενημερώθηκε 09/04/2022 - 20:31

Η αλλαγή «αφηγήματος» και πολιτικών προτεραιοτήτων, όπως διατυπώθηκαν από τον Πρωθυπουργό Κ. Μητσοτάκη στο «φόρουμ» του Οικονομικού Ταχυδρόμου, θέτοντας για πρώτη φορά στο τραπέζι των συζητήσεων, θέμα κυβερνητικής συνεργασίας σε περίπτωση που δεν προκύψει αυτοδυναμία στις επικείμενες εθνικές εκλογές, είναι αλήθεια ότι έκανε τεράστια αίσθηση στην κοινή γνώμη, υποχρεώνοντας και τις άλλες πολιτικές δυνάμεις να πάρουν θέση και να τοποθετηθούν. Το γεγονός ότι προέταξε ως μείζον για τη χώρα μας την πολιτική σταθερότητα, λόγω της αβεβαιότητας και των απρόβλεπτων εξελίξεων που προκαλεί η διεθνής αστάθεια εξαιτίας του πολέμου στην Ουκρανία και όσα αυτός προκάλεσε, δημιουργεί νέα δεδομένα και στο πολιτικό σκηνικό της πατρίδας μας, που κανείς δεν μπορεί να προσπεράσει και να παραβλέψει. Η συνειδητοποίηση είναι σκληρή, ότι κάτι έχει αλλάξει προς το χειρότερο και η προσαρμογή στη δύσκολη αυτή πραγματικότητα αναπόφευκτη για τους πολίτες που καλούνται να πληρώσουν τους λογαριασμούς του ηλεκτρικού και να πάνε στο σούπερ μάρκετ. Δεν είμαι καθόλου βέβαιος αν αυτή τη σκληρή πραγματικότητα την αντιλαμβάνονται στον ίδιο βαθμό και όλα τα πολιτικά κόμματα και έχουν τη διάθεση, ενδεχομένως και την τόλμη, να προσαρμόσουν τις προτεραιότητες και το πολιτικό τους «αφήγημα» λαμβάνοντας υπόψη τα νέα δεδομένα που έφερε η νέα κρίση στο διεθνή και εθνικό ορίζοντα. Ποια είναι αυτά τα νέα δεδομένα; Η ενεργειακή και επισιτιστική κρίση, και το κύμα ακρίβειας που εξαιτίας της προκαλείται, γεγονός που αποτελεί τον νέο εφιάλτη όλων ανεξαιρέτως των κυβερνήσεων , μηδέ και της ελληνικής, που υποχρεώνονται να αναζητήσουν εναλλακτικά σχέδια αντιμετώπισης της δύσκολης αυτής κατάστασης, αλλά και αναθεώρηση προτεραιοτήτων προκειμένου να ενισχύσουν την ενεργειακή αυτονομία τους. Χαρακτηριστικό παράδειγμα για τη χώρα μας είναι η επανεργοποίηση των Λιγνιτικών μονάδων για την παραγωγή ενέργειας και η παράταση της λειτουργίας τους πολύ πέρα από το 2023 που ήταν ο αρχικός σχεδιασμός, πριν συμβούν όλα αυτά με την εισβολή στην Ουκρανία, αφού το εισαγόμενο κυρίως από τη Ρωσία φυσικό αέριο είναι πλέον πολύ ακριβό, και η επίσπευση των ενεργειών για την αξιοποίηση των ελληνικών κοιτασμάτων σε φυσικό αέριο, που τώρα υπό τις παρούσες συνθήκες επείγει να εκμεταλλευτεί. Το νέο σκηνικό που διαμορφώνεται, αλλά και οι επιλογές που θα γίνουν, κατά πάσα πιθανότητα θα παίξουν καθοριστικό ρόλο και θα επηρεάσουν εκ των πραγμάτων και το εκλογικό αποτέλεσμα των επικείμενων εκλογών, που είτε γίνουν πρόωρα, είτε κανονικά με τη λήξη της θητείας, είναι πλέον πολύ κοντά!  

Αυτό πάντως που οφείλουμε να επισημάνουμε, έχοντας βιώσει και την εμπειρία της οικονομικής κρίσης και των μνημονίων, αλλά και τι γενικότερα συμβαίνει στο κόσμο σε περιόδους κρίσεων, είναι ότι τα πιθανά ενδεχόμενα συνήθως είναι δύο. Το ένα θέλει να ενισχύονται τα λεγόμενα «συστημικά» κόμματα, αυτά δηλαδή που έχουν ασκήσει εξουσία και ως εκ τούτου έχουν τη στοιχειώδη επάρκεια να διαχειριστούν κρίσεις, οπότε συσπειρώνεται ο κόσμος γύρω από αυτά και το άλλο να ενισχύονται οι λεγόμενες «αντισυστημικές» πολιτικές δυνάμεις που κινούνται στα δυο άκρα του πολιτικού συστήματος, όπως συνέβη και στην Ελλάδα τα χρόνια της κρίσης με τα γνωστά αποτελέσματα. Από τότε βέβαια πολλά έχουν αλλάξει στη χώρα μας, αν και η τραγική αυτή περιπέτεια, που έφερε τα πάνω κάτω και στο πολιτικό σκηνικό, αλλά και στην κοινωνία, δεν φαίνεται αρκούντως να έκανε «σοφότερες» και τις πολιτικές δυνάμεις και το πολιτικό προσωπικό της χώρας. Η αντιπαλότητα, σε βαθμό μάλιστα «τοξικότητας», εξακολουθεί να κυριαρχεί στο δημόσιο λόγο, ενώ η συναίνεση και ο διάλογος για τα μείζονα, δεν φαίνεται να εντάσσονται στην ατζέντα της δημόσιας αντιπαράθεσης που ειδικά σε περιόδους κρίσης, όπως αυτές που ξαναζούμε πάλι, είναι περισσότερο από αναγκαίες. Δυστυχώς οι πολιτικές δυνάμεις στη χώρα μας εξακολουθούν να μη «μαθαίνουν» από τα «παθήματα», που τόσο στοίχησαν στη χώρα και στη κοινωνία. Και καλά οι ακραίες «αντισυστημικές» πολιτικές δυνάμεις οι οποίες δεν λογαριάζουν τίποτα στο όνομα του λαϊκισμού και του τυχωδιωκτισμού τους, προκειμένου να αναδειχθούν επενδύοντας στο διχασμό και στη δυσαρέσκεια του κόσμου. Οι πολιτικές όμως δυνάμεις, που διαχειρίστηκαν τα προηγούμενα χρόνια την κρίση στην Ελλάδα, γιατί δείχνουν τέτοια ανευθυνότητα, όταν πολύ καλά γνωρίζουν ότι η διακυβέρνηση της χώρας, σε περιόδους αβεβαιότητας και διεθνούς αστάθειας, πέρα από τις όποιες διαφορετικές προσεγγίσεις που μπορεί να υπάρχουν, απαιτεί και τις αναγκαίες συναινέσεις και ανοχές αν χρειάζονται, προκειμένου να ξεπεράσουμε τα δύσκολα, πολύ περισσότερο αν αυτά δεν περιορίζονται μόνο τη χώρα μας, αλλά σε ολόκληρη την Ευρώπη και όχι μόνο. 

Όταν η Ελλάδα εδώ και πάρα πολύ καιρό βιώνει αλλεπάλληλες κρίσεις (μνημόνια, προσφυγικό-μεταναστευτικό, πανδημία, ενεργειακό και ακρίβεια), πολλές από τις οποίες είναι και εισαγόμενες, και αναζητά διέξοδο σε μια κανονικότητα που δεν βλέπει, λόγω αυτών των συνεχόμενων κρίσεων, δεν μπορεί οι πολιτικές δυνάμεις της χώρας να εξακολουθούν να πολιτεύονται σαν να μη συμβαίνει τίποτα, αρνούμενες να προσαρμοστούν στο γεγονός ότι η κατάσταση της συνεχούς αστάθειας απαιτεί νέες προσεγγίσεις και στο πολιτικό λόγο και αναγκαίες συγκλίσεις. Φαίνεται πάντως ότι η κυβέρνηση, προφανώς έχοντας καλύτερη γνώση της κατάστασης και των ενδεχόμενων κινδύνων που απορρέουν από τη διεθνή αστάθεια, έσπευσε να προσαρμόσει το κυβερνητικό της «αφήγημα» και τη στρατηγική της εν όψει της ερχόμενης εκλογικής αναμέτρησης, προτάσσοντας την πολιτική σταθερότητα, ανοίγοντας για πρώτη φορά το ενδεχόμενο της συνεργασίας περισσότερων πολιτικών δυνάμεων σε περίπτωση μη αυτοδυναμίας. Το κυβερνητικό αφήγημα μπορεί να προέβλεπε σε γενικές γραμμές ότι όλα θα πάνε καλύτερα στη χώρα μας, ωραιοποιώντας την πραγματικότητα και κάνοντας υπεραισιόδοξες εκτιμήσεις, αλλά για άλλη μια φορά οι απρόβλεπτοι παράγοντες που προέκυψαν υποχρέωσαν και την κυβέρνηση σε ανώμαλη ...προσγείωση. Η νέα πραγματικότητα που διαμορφώνει ο πόλεμος και η ενεργειακή κρίση, φαίνεται να «υποχρέωσαν» τον ίδιο τον πρωθυπουργό να πάρει την πρωτοβουλία να αναπροσαρμόσει την πολιτική και εκλογική του στρατηγική, βάζοντας δύσκολα και στις άλλες πολιτικές δυνάμεις, αλλά και στο ίδιο το κόμμα του. Και αυτή η αναπροσαρμογή, αλλά και το μήνυμα που εκπέμπει προς την κοινή γνώμη, μόνο τυχαία δεν είναι. Εδράζεται σε αυτό που υπογράμμισε, κατά την πρόσφατη συνάντησή του απευθυνόμενος στην Πρόεδρο της Δημοκρατίας, ότι «πρέπει να προετοιμαστούμε όλοι για μια περίοδο παρατεταμένης αβεβαιότητας και αστάθειας», την διάρκεια της οποίας δεν γνωρίζουμε. Κατόπιν τούτου, λογική συνέχεια, ήταν και η αναφορά του, που έκανε αίσθηση και προκάλεσε ανατροπή των μέχρι τώρα δεδομένων, ότι «η αυτοδυναμία δεν είναι αυτοσκοπός» και ότι το μείζον διακύβευμα είναι να κυβερνηθεί η χώρα, να υπάρχει δηλαδή πολιτική σταθερότητα.  

Τώρα σε ποιο βαθμό η εμφανιζόμενη αλλαγή «αφηγήματος» και στρατηγικής από το κυβερνόν κόμμα, είναι κίνηση προσαρμογής λόγω της δύσκολης συγκυρίας ή απλά μόνο κίνηση τακτικής, με στόχο να φέρει σε δύσκολη θέση των πολιτικούς αντιπάλους του και να τους εκθέσει στην κοινή γνώμη, μένει να αποδειχθεί από τις εξελίξεις. Όπως και να έχει πάντως η συγκυρία είναι εξαιρετικά δύσκολη και θα χρειαστούν γενναίες αποφάσεις από όλες τις πλευρές για να περάσει και αυτή η κρίση με τις λιγότερες δυνατές απώλειες και ασφαλώς αλλαγή νοοτροπίας από όλους τους εν δυνάμει εμπλεκόμενους, μηδέ πολλούς και μέσα στην κυβέρνηση. Είναι αλήθεια ότι αυτή η αλλαγή «αφηγήματος» εκ μέρους του Κ. Μητσοτάκη, αιφνιδίασε και το κυβερνητικό στρατόπεδο, το οποίο είχε προσανατολιστεί με τον στόχο της αυτοδυναμίας, αλλά «μπέρδεψε» και την αντιπολίτευση που καλείται τώρα να αναπροσαρμόσει και αυτή τη δική της στρατηγική, προκειμένου να είναι πειστική έναντι της κοινής γνώμης, που στη συντριπτική της πλειονότητα επιθυμεί να μη μπει σε περιπέτειες η χώρα και να υπάρχει πολιτική σταθερότητα. Όσον αφορά το ΣΥΡΙΖΑ, έχοντας και ο ίδιος εμπειρία διακυβέρνησης δεν μπορεί να υποδύεται ότι δεν γνωρίζει τι σημαίνει κρίση και να σφυρίζει αδιάφορα. Προφανώς η σύγκρουση με τον λαϊκισμό είναι μια δύσκολη υπόθεση για όλους εκείνους που αρέσκονται να πολιτεύονται «επενδύοντας» πολιτικά σε ευχολόγια και «χάιδευμα αυτιών», ιδιαίτερα για ένα κόμμα που αναδύθηκε μέσα από την προηγούμενη κρίση , παίζοντας σκληρά το χαρτί του λαϊκισμού. Όσον αφορά το ΠΑΣΟΚ, ο αιφνιδιασμός Μητσοτάκη το φέρνει σε πιο δύσκολη θέση , γιατί δεν μπορεί να αποφύγει το δίλημμα της διακυβέρνησης της χώρας, όταν αυτό υπαγορεύσει η κάλπη στις επικείμενες εκλογές. Μπορεί σε πρώτο χρόνο να μιλά για τακτικισμό του πρωθυπουργού γιατί δεν του βγαίνουν τα ...κουκιά για την αυτοδυναμία και γι αυτό η αναδίπλωσή του, αλλά επί της ουσίας δύσκολα μπορεί να πετάξει την «μπάλα στην κερκίδα», όταν το αίτημα της διακυβέρνησης της χώρας απαιτεί κυβερνητική συνεργασία για πολιτική σταθερότητα. Καλώς ή κακώς όταν η κρίση είναι αμείλικτη και η πραγματικότητα δεν προσαρμόζεται στις κομματικές ανάγκες αλλά αντίθετα τις καθορίζει. Προφανώς με τη γνώση και τις εμπειρίες του πρόσφατου παρελθόντος και την πολιτική ωριμότητα που απαιτεί η συγκυρία. Και δυστυχώς η συγκυρία προτάσσει άλλες προτεραιότητες απ αυτές που ενδεχομένως σε άλλες συνθήκες θα ήταν οι επιθυμητές. Όπως και να το κάνουμε βιώνουμε για άλλη μια φορά μια δύσκολη πραγματικότητα, με πολλούς «αγνώστους», όπου όλοι οι εμπλεκόμενοι -πολιτικές δυνάμεις και πολιτικό προσωπικό- , οφείλουν να σταθούν στο ύψος των περιστάσεων, αναλαμβάνοντας τις ευθύνες που τους αναλογούν. Θα το πράξουν;  

Γενική Ροή Ειδήσεων

PROUDLY POWERED BY CJ web | Copyright © 2017 {emprosnet.gr}
Made with love and a lot of coffee by CJ web, Creative web Journey