Ο νέος δικομματισμός ΝΔ-ΣΥΡΙΖΑ θα ξαναδώσει δυναμικό παρών και στις κάλπες του 2023

12/11/2022 - 10:00 Ενημερώθηκε 13/11/2022 - 11:23

Βαδίζοντας πλέον προς τις κάλπες, αρχίζουν να ξεκαθαρίζουν σιγά -σιγά και οι εκλογικές στρατηγικές των κομμάτων και οι προθέσεις τους για το πως θα πολιτευτούν εν όψει των προσεχών αναμετρήσεων, που σε μεγάλο βαθμό καθοριστικό ρόλο θα παίξει το αποτέλεσμα της κάλπης της απλής αναλογικής, όπου θα έχει αποτυπωθεί η ετυμηγορία του εκλογικού σώματος και θα είναι νωποί οι συσχετισμοί του πολιτικού σκηνικού για τις όποιες εξελίξεις. Απ ότι φαίνεται οι εκλογές που θα διεξαχθούν το 2023, θα έχουν πολλά στοιχεία από εκείνες του 2015, αφού όπως όλα δείχνουν επανέρχεται στο προσκήνιο η τότε διαχωριστική γραμμή, με την πόλωση και την τοξικότητα κυρίαρχη στην αντιπαράθεση, που εδραίωσε και το νέο δικομματισμό που τα τελευταία χρόνια ζούμε.  

Νέα Δημοκρατία και ΣΥΡΙΖΑ, οι δυο «πόλοι» του δικομματισμού των τελευταίων χρόνων, έχουν κάθε λόγο από τη μεριά τους να «επενδύσουν» στην στρατηγική της πόλωσης, προκειμένου να μη λειτουργήσει στην πρώτη κάλπη της απλής αναλογικής,- από τη στιγμή που το σενάριο των διπλών εκλογών είναι υπαρκτό και πολύ πιθανό ενδεχόμενο- η λεγόμενη «χαλαρή» ψήφος, που όπως και να το κάνουμε βοηθάει τα μικρότερα κόμματα. Ηδη, οι δύο πολιτικοί αρχηγοί των δυο μεγαλύτερων κομμάτων, έχουν βάλει ένα δίλημμα στο εκλογικό σώμα εν όψει των επικείμενων εκλογών, στο οποίο συμφωνούν και οι δύο για διαφορετικούς ασφαλώς λόγους. Το δίλημμα «Μητσοτάκης ή Τσίπρας». Υποστηρίζουν ότι, πέρα από τις όποιες άλλες προσεγγίσεις και αναφορές για πολιτικές θέσεις και προτεραιότητες, αυτό που θα «μετρήσει» και ενδεχομένως και να κρίνει και το εκλογικό αποτέλεσμα είναι η διλημματική αυτή στάση ενός σημαντικού μέρους των ψηφοφόρων όταν θα φθάσει για να αποφασίσει στην κάλπη, τι τελικά θα επιλέξει για την κυβέρνηση και πρωτίστως για τον «κυβερνήτη» που περισσότερο προτιμά και ας μη ταυτίζεται πολιτικά με αυτόν! Ο Μητσοτάκης και η ΝΔ, με το δίλημμα αυτό ...ποντάρει στην επανεργοποίηση του αντι ...ΣΥΡΙΖΑ μετώπου, που δεν θέλει να ξαναδεί πρωθυπουργό τον Τσίπρα και από τη μεριά του ΣΥΡΙΖΑ επιχειρείται με το δίλημμα αυτό να συσπειρώσει και να πάρει με το μέρος του όλους αυτούς που θέλουν να φύγει ο Μητσοτάκης και η ΝΔ από τη διακυβέρνηση της χώρας.  

Για τον Κ. Μητσοτάκη, ο οποίος δηλώνει σε κάθε ευκαιρία την αντίθεση του στην απλή αναλογική, οι εκλογές με το εκλογικό αυτό σύστημα είναι η πρώτη μάχη, που θα κρίνει σε μεγάλο βαθμό την έκβαση της δεύτερης κάλπης, στην οποία προσβλέπει το κυβερνών κόμμα για να επιτύχει τον εκλογικό του στόχο, που δεν είναι άλλος από την αυτοδυναμία. Και αυτό γιατί το ποσοστό που θα πάρει στις πρώτες εκλογές με την απλή αναλογική, πρέπει να είναι αρκετά υψηλό, ώστε να του επιτρέπει να επιδιώξει την αυτοδυναμία στη δεύτερη εκλογική αναμέτρηση που θα ακολουθήσει και θα γίνει με σύστημα ενισχυμένης αναλογικής. Γι αυτό δεν θέλει, λόγω της απλής αναλογικής και του γεγονότος ότι όλα θα κριθούν στις δεύτερες εκλογές, να υπάρχει «χαλαρότητα» στην ψήφο, της πρώτης κάλπης. Αυτό πρακτικά σημαίνει ότι η ΝΔ χρειάζεται τη μέγιστη δυνατή συσπείρωσή της στην πρώτη κάλπη και η οποία για να επιτευχθεί και για να μη υπάρχει διαρροή προς άλλες κατευθύνσεις απαιτεί να προβάλει ισχυρό και «επικίνδυνο» αντίπαλο, προκειμένου να αποτραπεί το ενδεχόμενο της «χαλαρής» ψήφου. Και ο αντίπαλος αυτός, εκ των πραγμάτων, είναι ο ΣΥΡΙΖΑ και ο Τσίπρας, αφού αυτός προβάλλει ως βασικός δεκδικητής έναντι της ΝΔ. Στόχος λοιπόν του κυβερνώντος κόμματος είναι το δίλημμα που θέτει στο εκλογικό σώμα, να λειτουργήσει από την πρώτη κάλπη, επιδιώκοντας η αναβίωση του λεγόμενου «αντι-ΣΥΡΙΖΑ μετώπου» να παίξει το ρόλο του, ως βασικός παράγων της εκλογικής στρατηγικής της ΝΔ. Ο Κ. Μητσοτάκης προσωπικά και όχι η ΝΔ ως κόμμα επιδιώκει να κερδίσει τη συντριπτική πλειοψηφία των ψηφοφόρων αυτού του «μετώπου», όπως συνέβη και στις δυο προηγούμενες εκλογικές αναμετρήσεις του 2019, στις ευρωεκλογές και στις βουλευτικές. Αυτό πρακτικά σημαίνει ότι θα επιδιώξει να απευθυνθεί, όσο πιο πειστικά μπορεί στο κομμάτι αυτό του εκλογικού σώματος που ενώ δεν κινείται στον λεγόμενο κεντροδεξιό χώρο και ενδεχομένως να είναι και ψηφοφόροι του ΠΑΣΟΚ, διάκεινται αρνητικά απέναντι από τον Αλ. Τσίπρα και επιλέγουν πιο εύκολα Μητσοτάκη, όταν τεθεί - που θα τεθεί - το δίλημμα, ανάμεσα στους δυο. Η ΝΔ όμως για να επιτύχει ένα υψηλό ποσοστό στην πρώτη κάλπη , πέρα από την ενεργοποίηση του αντί ΣΥΡΙΖΑ μετώπου, είναι βέβαιο ότι θα επικαλεστεί την αστάθεια και την ακυβερνησία επιδιώκοντας να προσελκύσει ψηφοφόρους που κινούνται στα δεξιά της, αλλά και «χαλαρούς» ψηφοφόρους που δεν θέλουν ...περιπέτειες και μάλιστα σε τέτοιες εποχές. Με αυτά τα επιχειρήματα και με αυτές τις στοχεύσεις θα κινηθεί εν όψει των εκλογικών αναμετρήσεων το κυβερνών κόμμα, επιστρατεύοντας φυσικά και τις όποιες επιτυχίες της κυβερνητικής του θητείας.  

Από την άλλη μεριά έχει ενδιαφέρον να δούμε πως θα κινηθεί ο Αλ. Τσίπρας και ο ΣΥΡΙΖΑ, αφού όλα δείχνουν ότι η μάχη των δυο θα παίξει κατά κύριο λόγο στην αντιπαράθεσή τους, γιατί όπως προείπαμε αυτό τους ...βολεύει και τους δυο. Μια πρώτη ιδέα πήραμε τις τελευταίες ημέρες με αφορμή την τοποθέτησή του Αλ. Τσίπρα για το σκάνδαλο Πάτση και για το θέμα των παρακολουθήσεων. Και μπορεί το ζήτημα αυτό, όπως καταγράφεται και στις δημοσκοπήσεις να μη συγκαταλέγεται σε εκείνα που συγκινούν ιδιαίτερα την κοινή γνώμη, όταν υπάρχουν μείζονος σημασίας θέματα που απασχολούν τον καθένα ξεχωριστά και τα νοικοκυριά με την ακρίβεια και το ενεργειακό να κυριαρχούν ως προβλήματα, προσφέρεται όμως για τον νέο «ανένδοτο», που φαίνεται θα αποτελέσει στρατηγική του ΣΥΡΙΖΑ και στην πρώτη και στη δεύτερη κάλπη, και σε αυτό το ...μέτωπο θέλει να δοθεί η μάχη, θεωρώντας ότι εκεί θα στριμωχτεί η ΝΔ και ο Μητσοτάκης. Δεν χωρεί αμφιβολία ότι η υπόθεση με τις παρακολουθήσεις και αυτή με τον Πάτση είναι τα θέματα πάνω στα οποία μπορεί ο Τσίπρας και ο ΣΥΡΙΖΑ να χτίσει το δικό του «μέτωπο», αφού είναι πολύ δύσκολο στα ζητήματα της οικονομίας και των εθνικών θεμάτων, μπορεί να αντιπαραταθεί με τον Μητσοτάκη, όταν και στα δυο αυτά θέματα όλα τα γκάλοπ δείχνουν ότι ο πρωθυπουργός μπορεί να τα διαχειριστεί καλύτερα. Επιπλέον και στα δυο αυτά θέματα είναι εξαιρετικά δύσκολο να βρει κοινό βηματισμό με το ΠΑΣΟΚ, στην στρατηγική συγκρότησης «προοδευτικού μετώπου», ενώ μια χαρά μπορεί αυτό να το κάνει με τις παρακολουθήσεις. Είναι βέβαιο ότι οι παρακολουθήσεις και η υπόθεση Πάτση, ήταν «βούτυρο στο ψωμί» του ΣΥΡΙΖΑ που του δίνει την ευκαιρία να αντιπαραταθεί σοβαρά με τη ΝΔ και δεν προτίθεται να την αφήσει ανεκμετάλλευτη , αλλά αν μπορέσει θα την τραβήξει στα ...άκρα, αναδεικνύοντας τα ζητήματα της δημοκρατίας και της διαφθοράς με στόχευση να κερδίσει τις εντυπώσεις, αλλάζοντας την ατζέντα της αντιπαράθεσης. Αν θα τα καταφέρει ή όχι είναι πρόωρο προς το παρόν να το πούμε. Θα εξαρτηθεί από πολλούς παράγοντες και αν πράγματι υπάρχει «ύλη» που μπορεί να συντηρήσει τα θέματα αυτά στην επικαιρότητα. Πάντως το γεγονός ότι η ΝΔ βρέθηκε με την πλάτη στον τοίχο να απολογείται για τον Πάτση, δείχνει ότι τα «αυτογκόλ» και οι αστοχίες από την «γαλάζια» παράταξη θα παίξουν το ρόλο τους, μένει ωστόσο να δούμε σε ποιο βαθμό θα επηρεάσουν τις εξελίξεις και σε τελική ανάλυση και το εκλογικό αποτέλεσμα. 

Πάντως το γεγονός ότι ο ΣΥΡΙΖΑ επενδύει στην «τοξικότητα» της αντιπαράθεσης δεν είναι κάτι πρωτόγνωρο στην στρατηγική του, αφού η λεγόμενη «κανονικότητα» είναι βέβαιο ότι δεν του ταιριάζει. Το 2015 ο ΣΥΡΙΖΑ διεκδίκησε την εξουσία ποντάροντας στα αντισυστημικά του χαρακτηριστικά και στην αντιμνημονιακή ρητορική. Ομως από την ώρα που κυβέρνησε, και διαχειρίστηκε την κυβερνητική εξουσία τα πράγματα άλλαξαν, γιατί έγινε μέρος του «συστήματος» βάζοντας μάλιστα τα ...γυαλιά και τους πιο συστημικούς, ξεπερνώντας τους ακόμη. Και δεν ήταν καθόλου τυχαίο ότι το 2019 το πλήρωσε ακριβά, αναδρομικά, για όσα υποσχέθηκε και δεν έκανε ή -ακόμη χειρότερα- έκανε τα ακριβώς αντίθετα και μάλιστα, σε πολλές περιπτώσεις, έκανε αυτά που δεν θα μπορούσαν να κάνουν οι άλλοι σε καμιά περίπτωση, όπως για παράδειγμα η υποθήκευση της δημόσιας περιουσίας για 99 χρόνια στους δανειστές. Η σύγκριση των κυβερνήσεων Μητσοτάκη - Τσίπρα, που θα γίνει αναπόφευκτα στις κάλπες, αυτό τουλάχιστον επιδιώκει η ΝΔ, δεν είναι το ευνοϊκότερο πεδίο για τον ΣΥΡΙΖΑ. Χρειάζεται κάτι πιο «δυνατό» για να πολώσει τα πράγματα από τη δική του πλευρά, και να βγει κερδισμένος αντιπαρατιθέμενος με τη ΝΔ και τον Μητσοτάκη. Βρήκε λοιπόν τις παρακολουθήσεις, που τα φιλικά του μέσα ενημέρωσης κρατούν στην επικαιρότητα και συντηρούν το θέμα και τα «γαλάζια τρωκτικά» τύπου Πάτση, αλλά απ ότι φαίνεται ούτε αυτά αρκούν για να ανατρέψουν τις υπάρχουσες ισορροπίες. Γι αυτό και δεν αποκλείεται στην πορεία προς τις κάλπες να τεθεί θέμα αμφισβήτησης της δημοκρατικής λειτουργίας της χώρας , όσο θα παραμένει σε εκκρεμότητα και δεν θα έχει διαλευκανθεί η υπόθεση των παρακολουθήσεων. Το αν αυτά θα βρούν ευήκωα ώτα στο εκλογικό σώμα και θα το προβληματίσουν οδεύοντας προς τις κάλπες θα φανεί. Το βέβαιο είναι ότι ο νέος δικομματισμός που «χτίστηκε» στις εκλογές του 2012 και εδραιώθηκε στις εκλογές του 2015, θα ξαναδώσει δυναμικό το παρόν του και στις εκλογικές αναμετρήσεις του 2023. Τα κυβερνητικά πεπραγμένα και των δυο, ασφαλώς θα κριθούν πρωτίστως από τους πολίτες. Όπως επίσης και τα συνθήματα που ενδεχομένως θα τεθούν. Σε περασμένες δεκαετίες το σύνθημα «ο λαός δεν ξεχνά τι σημαίνει δεξιά» απέδιδε καρπούς, σήμερα όμως είναι ομολογουμένως πιο δύσκολο, και το πλεονέκτημα της «πρώτης φοράς αριστερά» πλέον δεν λειτουργεί για να προσελκύσει ακροατήριο. Οι μνήμες είναι νωπές και για τους δυο πολιτικούς χώρους , με τα «καλά και τα στραβά » τους και θα παίξουν τον πιο καθοριστικό ρόλο στις τελικές επιλογές του εκλογικού σώματος, ευτυχώς και δυστυχώς γι αυτούς!  

Γενική Ροή Ειδήσεων

PROUDLY POWERED BY CJ web | Copyright © 2017 {emprosnet.gr}
Made with love and a lot of coffee by CJ web, Creative web Journey