«Το μεγαλείο του όγκου των μικρών θαυμάτων»

01/07/2012 - 05:56
Το «Ε» συνάντησε τον Παναγιώτη Γιαλελλή σε μία από τις πρόβες που κάνει για ένα καινούργιο έργο του που θα «ανέβει» σύντομα στη Μυτιλήνη. Μάς μίλησε για αυτό, για τους συντελεστές της παράστασης, καθώς και για το τι είναι το θέατρο για τον ίδιο.
Ο Παναγιώτης Γιαλελλής είναι, όπως μας είπε «ορθά κοφτά»… εραστής του θεάτρου. Δε θέλει να λέγεται ηθοποιός, δε θέλει να λέγεται σκηνοθέτης, δηλώνει θεατής. Το «Ε» τον συνάντησε σε μία από τις πρόβες που κάνει αυτό το διάστημα για ένα καινούργιο έργο του που θα «ανέβει» σύντομα στη Μυτιλήνη. Ο Παναγιώτης Γιαλελλής μάς μίλησε για αυτό, για τους συντελεστές της παράστασης, καθώς και για το τι είναι το θέατρο για τον ίδιο.


Κύριε Γιαλελλή, μαθαίνουμε ότι θα ανεβάσετε μαζί με μία ομάδα ανθρώπων ένα δικό σας θεατρικό έργο. Πείτε μας την υπόθεση της παράστασης.
«Ο τίτλος της παράστασης είναι “Πορεία προς τα πίσω”. Πραγματεύεται τη μάχη του κάθε ανθρώπου με τις εξουσίες που ασκούνται πάνω του. Θεωρώ ότι υπάρχουν τρεις εξουσίες σε κάθε άνθρωπο, η εξουσία των έξω, των απαιτήσεων, του συνόλου σε αυτόν, η εξουσία η δική του στον εαυτό του, ώστε να ανταποκριθεί στις απαιτήσεις του κοινωνικού συνόλου και η εξουσία των θέλω του, αυτών που πραγματικά θέλει, αυτό που πραγματικά είναι. Πρόκειται για μία παράσταση που δεν είναι μόνο θέατρο, καθώς περιλαμβάνει μουσική, χορό και video animation.»

Πώς προέκυψε η παράσταση αυτή;
«Κάποια στιγμή, πριν ένα χρόνο, σ’ ένα μπαρ που είχα πάει για ποτό, βρέθηκα με τον Αλέξανδρο Κατραμάδο. Του είπα την ιδέα και στη συνέχεια βρεθήκαμε με τον Αλέξανδρο Κατραμάδο και τον Αλέξανδρο Σπάθη, για να διαβάσουν και οι δύο τους τα κείμενα. Από τη διαδραστική σχέση του Κατραμάδου με τα γραπτά, μέσα από αυτά δηλαδή που εκείνος είδε στο κείμενο που είχα γράψει, προέκυψε μία παράσταση. Το λέω αυτό γιατί ουσιαστικά η παράσταση προέκυψε μέσα από τη μουσική που γράφτηκε από τον Κατραμάδο για την παράσταση, πάνω σε στίχους δικούς μου. Είναι μία παράσταση που δεν έχει σκηνοθέτη… Όλοι οι συντελεστές πίστεψαν σε αυτό και γι’ αυτό γίνεται ό,τι γίνεται. Αλλά κυρίως ξεκίνησε από τη σχέση που δημιουργήθηκε ανάμεσα σε μένα και τον Κατραμάδο.»

Μιλώντας για τους συντελεστές, ποιοι άλλοι έχουν συμβάλει στην παράσταση και με ποιο τρόπο ο καθένας τους;

«Ο Αλέξανδρος Σπάθης έχει κάνει τα animation και τα video. Στην ουσία ο Σπάθης άκουγε τις φαντασιώσεις μου και τις έκανε πραγματικότητα. Και δεν ήταν μόνο φαντασιώσεις μου, ήταν πράγματα που λέγονταν, ακούγονταν από όλους και κάποια στιγμή όλα αυτά μαζεύτηκαν κι έγιναν πραγματικότητα από το Σπάθη. Γυρίστηκαν κάποια video, αλλά όλα τα άλλα τα “έχτισε” ο ίδιος κι έχει προκύψει ένα πολύ ενδιαφέρον αποτέλεσμα. Μετά είναι η Βίκυ Καραγιάννη, που έχει και τον πιο σπουδαίο ρόλο στο έργο. Έχει το γιατί, γιατί ένας άνθρωπος τελικά να παλεύει με όλες αυτές τις εξουσίες γύρω του και να μην υπομένει μια κατάσταση που είναι υπαρκτή για όλους. Ο κύριος λόγος για μένα είναι η ζωή. Κι αυτό κάνει η Βίκυ Καραγιάννη, παίζει τη ζωή, αυτό το πράγμα που το έχουμε καταντήσει έτσι όπως το έχουμε καταντήσει. Να ζούμε μία μέρα την εβδομάδα δηλαδή και αν… Και πώς αυτό το πράγμα φτάνει σε μας και πόσο μακριά μας κρατά από τα θέλω μας. Στο συγκεκριμένο έργο, η Βίκυ, λοιπόν, είναι μια μέρα τυχαία σε έναν τυχαίο χρόνο και τσιμπάει από το σύνολο ένα συγκεκριμένο άνθρωπο και του λέει “σήμερα εσύ θα δεις την πραγματικότητά σου”. Δεν το κάνει πονεμένα, δεν το κάνει για να τιμωρήσει, απλά το κάνει για να δείξει. Και κάποια στιγμή ξαναμπαίνει μέσα στο έργο και παίρνει την ανάσα αυτού του ανθρώπου, παίρνει την πάλη των εξουσιών του και την κάνει χορό, περπάτημα, πέταγμα.
Έπειτα, έχουμε τον Κώστα Σταμόπουλο, ο οποίος παίζει την εξουσία των έξω, δηλαδή τα πρέπει του καθενός μας. Πρέπει σε αυτό το σημείο να πω ότι ο Κώστας είναι ένας από τους ανθρώπους που έπαιξαν στο πρώτο θεατρικό που ανέβασα, επομένως η ιστορία μας ξεκινάει πολύ πίσω, και η προσωπική του σχέση με το θέατρο πάει ακόμα πιο πίσω, μια και είναι ίσως από τους πιο παλιούς θεατράνθρωπους της Μυτιλήνης.
Μετά έρχεται ο Δημήτρης Δεμερτζής, που είναι ένας άνθρωπος που πραγματικά αγαπώ πολύ. Ο Δημήτρης παίζει τη σπίθα, αυτό που άφησες πίσω, το θέλω σου το πραγματικό. Ο Δημήτρης είναι ένας πολύ ταλαντούχος άνθρωπος, που καταπιάνεται με πολλά πράγματα κι είναι ούτως ή άλλως μια μπαταρία γεμάτη ενέργεια την οποία μεταφέρει πάνω στη σκηνή.
Τέλος, έχουμε το Σταύρο Σίμου, που έπαιζε το ρόλο του νέου, του ανθρώπου που μπαίνει στη διαδικασία που περιγράψαμε παραπάνω. Πήγαινε πάρα πολύ καλά, ήταν πολύ μέσα στο ρόλο, αλλά τελικά θα αντικατασταθεί από μένα λόγω ενός προσωπικού του προβλήματος.

«Αλληλοέμπνευση…»
Καταλαβαίνω, λοιπόν, ότι όλοι αυτοί οι άνθρωποι εμπνεύσατε ο ένας τον άλλον για να βγει αυτή η παράσταση. Θέλετε να μας πείτε ποιο είναι το μήνυμα που θέλετε να περάσετε στον κόσμο μέσα από την «Πορεία προς τα πίσω»;
«Ξέρετε κάτι… Δε διαφέρει κανένας μας από κανέναν. Όλοι τα ίδια αισθανόμαστε. Επομένως, δεν υπάρχει κανένας λόγος να κλεινόμαστε στο καβούκι μας. Ο καθένας έχει το δικό του καβούκι… Όλοι ξέρουμε ότι τη νύχτα, όταν σβήσουν τα φώτα και ξαπλώσουμε, ο σταυρός είναι δικός μας και δεν μπορεί κανείς να μας βοηθήσει να το σηκώσουμε. Άρα δεν υπάρχει κάποιο μήνυμα μέσα από την παράσταση, που να σου λέει “κάνε αυτό ή κάνε το άλλο”. Απλά, στο συγκεκριμένο πράγμα, επειδή είναι θέατρο και χρειάζεται η υπερβολή - εγώ δεν το βλέπω σν μήνυμα - υπάρχει μια κορύφωση στο έργο, που είναι το τέλος του. Σε αυτό το σημείο λοιπόν κατανοούμε ότι όταν θα ανακαλύψεις πως με τα ίδια σύμβολα που εσύ μπορείς να εκφράζεις έννοιες, ιδέες, οράματα, οι άλλοι αγοράζουν, πωλούν, συνεννοούνται. Στους ίδιους χώρους που οι άλλοι ξεπλένουν τη βρομιά της ζωής τους, εσύ αφήνεσαι και χαλαρώνεις και ζεις. Όταν λοιπόν φτάσεις σε αυτό το σημείο, ίσως μπορέσεις να κάψεις τους ναούς των αναγκαίων πιστών, να κλάψεις για τις ίσιες γραμμές των βαδιστών του κύρους και της αφέλειας και μέσα από αυτήν τη διαδικασία να βάψεις ερημοκκλήσια στο χρώμα της αγάπης σου και να κάνεις στην ουσία αυτό που θες, αυτό που αγαπάς πέρα από τα πρέπει, πέρα από τα θέλω, πέρα από τις αλληλεπιδράσεις μιας κοινωνίας να κάνεις αυτό που θες εσύ… χωρίς να φοβάσαι τον αντίκτυπο. Γιατί στην ουσία αν κάνεις αυτό που θες, ο αντίκτυπος αναφέρεται σε σένα. Επομένως, αν βγει ο καθένας και πει τι πραγματικά είναι, ίσως καταφέρουμε να ζήσουμε σε μια κοινωνία κάπως καλύτερη.»

Εκτός ομάδων…
Η παράσταση αυτή ανεβαίνει με ιδιωτική πρωτοβουλία, σωστά;

«Πράγματι, η παράσταση θα ανέβει ως μια ιδιωτική πρωτοβουλία κι όχι στα πλαίσια κάποιας θεατρικής ομάδας, αλλά γίνεται με σαφή και ουσιαστική υποστήριξη από τους ερασιτέχνες του “Θεατρικού Εργαστηρίου”. Ο λόγος που ανεβαίνει ιδιωτικά είναι εντελώς διαδικαστικός. Μην παραλείψω να πω ότι τα τραγούδια που θα ακούσουμε στην παράσταση τραγουδάει ο Αλέξανδρος Κατραμάδος. Να πούμε ακόμα ότι η παράσταση δε στήθηκε σε κάποιο θέατρο, αλλά σε ένα συνεργείο κι αυτό γιατί απλά εγώ είμαι μηχανικός αυτοκινήτων.»

Στο παρελθόν έχετε ανεβάσει κι άλλα δικά σας έργα. Δεν είναι επομένως η πρώτη φορά που παρουσιάζεται δική σας δουλειά στο ευρύ κοινό.

«Είναι το πρώτο δικό μου έργο. Το πρώτο έργο που έχω γράψει κι ανεβάζω. Και κάθε φορά είναι η πρώτη φορά που ασχολούμαι με το θέατρο. Γιατί κάθε φορά είναι εντελώς καινούργια και κάθε φορά αντιμετωπίζεις κάτι νέο.»

Ολοκληρώνοντας θα ήθελα να μας πείτε, τι είναι το θέατρο για εσάς;

«Το θέατρο για μένα έχει δύο υποστάσεις. Η μία είναι η υπόσταση του βγαίνω και λέω κάτι και η άλλη είναι αυτή του τι λέω μέσα μου και γιατί το κάνω μέσα από αυτήν τη διαδικασία. Υπάρχει ένα βιβλίο του Κάρολου Κουν κι έχει τίτλο “Κάνουμε θέατρο για την ψυχή μας”. Το θέμα είναι τι ζητάει η ψυχή μας, τι τη βασανίζει και τι θέλει να πει. Κάποια στιγμή συνειδητοποιείς ότι σε όλο αυτό το πράγμα που βρίσκεσαι και ζεις και λειτουργείς, υπάρχουν κομμάτια τα οποία θα ήθελες να θίξεις, θα ήθελες να τα κάνεις πιο μεγάλα για να φανούν. Γιατί - αναφέρεται μέσα στην παράσταση - έχουμε ξεχάσει το μεγαλείο του όγκου των μικρών θαυμάτων. Κάνοντας θέατρο, τσιμπάς μικρά-μικρά θαυματάκια και τα μεγαλώνεις για να τα πεις και να τα δείξεις. Και ίσως κάποιος το θυμηθεί, κι ίσως κάτι αλλάξει, κι ίσως κάποιοι να δουν έναν φάρο που άναψες. Στην ουσία όμως, αυτό είναι το τελείωμα. Γιατί η αρχή είναι άλλη. Η αρχή είναι “δε θέλω να κάτσω να δω τηλεόραση στο σπίτι μου”, “δε θέλω να τρέχω σε ένα διάδρομο γυμναστηρίου και να μην πηγαίνω πουθενά”, “δε με ενδιαφέρει να λύνω sudoku”, και… “θέλω να επικοινωνήσω με τον κόσμο με ένα συγκεκριμένο τρόπο”. Αυτή είναι η αρχή. Αυτό επέλεξα εγώ. Από την άλλη, περιμένω τον κόσμο από κάτω να επικοινωνήσει με μένα, τηρώντας την πολύ απλή σύμβαση “σε ακούω, σου μιλάω, σου φωνάζω, σε κατακρίνω, σε εγκρίνω, σχολιάζω, αλληλεπιδρώ”. Γι’ αυτό συνήθως οι παραστάσεις που γίνονται από μένα είναι μέσα στον κόσμο, βγαίνουν λίγο από το “κλειστό” θεατρικό κομμάτι, όπου η σκηνή είναι υπερυψωμένη σε σχέση με τους θεατές. Θέλω οι παραστάσεις μου να είναι μέσα στον κόσμο. Γιατί, άλλωστε, ποιος από εμάς είναι ηθοποιός ή σκηνοθέτης; Κανείς. Θεατές είμαστε όλοι. Το σίγουρο είναι πως μέσα από αυτό το παιχνίδι κάτι βγαίνει, κάτι γίνεται, κάτι προκύπτει. Το επίσης σίγουρο είναι ότι αυτό το κάτι προκύπτει μεταξύ ημών που ασχολούμαστε με το θέατρο. Προκύπτουν ωραίες βραδιές, ωραίες συζητήσεις. Αν αυτό το… κάτι το εισπράξει και ο κόσμος από κάτω, τότε είναι ιδανικό.
Το θέατρο είναι ιδιαίτερο γιατί δεν είναι ποτέ ίδιο. Ο κόσμος που παρακολουθεί, επηρεάζει το παίξιμό σου. Όταν παίζεις θέατρο, ανοίγεις ένα δίαυλο ενεργειακό, όπου η ενέργεια του κοινού περνάει σε σένα και η δική σου στο κοινό. Αυτό κάτι σημαίνει… Δεν κάθεσαι στον καναπέ σου, με τις παντόφλες σου, βλέποντας κάτι που σύντομα θα τελειώσει. Το θέατρο είναι κάτι που λειτουργεί και πέρα από εκεί, κι έξω από την αίθουσα και μέσα στο μυαλό σου, όσο θέλεις εσύ…»

Γενική Ροή Ειδήσεων

PROUDLY POWERED BY CJ web | Copyright © 2017 {emprosnet.gr}
Made with love and a lot of coffee by CJ web, Creative web Journey