Πότε είναι η κατάλληλη στιγμή για να γίνει η επέμβαση του καταρράκτη;

30/04/2018 - 12:44

Ο καταρράκτης είναι μία συνηθισμένη πάθηση των ματιών, η οποία συνίσταται στη θόλωση του κρυσταλλοειδούς φακού του οφθαλμού.

O καταρράκτης είναι ένα φυσικό αποτέλεσμα γήρανσης. Συνήθως εμφανίζεται μετά την 6η δεκαετία και η συχνότητα του αυξάνει στην 7η και 8η δεκαετία της ζωής. Σπανιότερα μπορεί να παρατηρηθεί σε νεαρούς ενήλικες ή ακόμη και σε παιδιά. Η εμφάνιση και η εξέλιξή  του διαφέρει από ασθενή σε ασθενή. Μπορεί να περάσουν μήνες ή και χρόνια μέχρι ο καταρράκτης να φθάσει σε σημείο που να επηρεάσει σημαντικά την όραση. Σπανιότερα μπορεί να αναπτυχθεί μέσα σε σύντομο χρονικό διάστημα μετά από τραυματισμό, σε ασθενείς με σακχαρώδη διαβήτη ή άλλα μεταβολικά νοσήματα.

Τα συμπτώματα του καταρράκτη διαφέρουν από ασθενή σε ασθενή. Σε μερικούς ασθενείς παρατηρείται μείωση της κεντρικής όρασης. Άλλοι ασθενείς αναφέρουν μειωμένη όραση τη νύχτα, ενώ κάποιοι διαμαρτύρονται για δυσκολία στην οδήγηση λόγω θάμβους από τα φώτα των αυτοκινήτων από το αντίθετο ρεύμα κυκλοφορίας ή έχουν δυσκολία στο διάβασμα και ευαισθησία στο φως του ήλιου. Άλλη ομάδα ασθενών παραπονιέται ότι τα χρώματα φαίνονται ξεθωριασμένα.

Το ερώτημα που προκύπτει είναι πότε πρέπει να γίνει η επέμβαση; Η παλιά άποψη,  που δυστυχώς ακόμη και σήμερα υπάρχει σε πολλούς ότι πρέπει ο καταρράκτης να ωριμάσει για να γίνει η επέμβαση, είναι λανθασμένη. Και τούτο γιατί η επέμβαση γίνεται με τη μέθοδο της φακοθρυψίας, κατά την οποία ένας μικροσκοπικός στυλεός εισέρχεται μέσα στον οφθαλμό δια μέσω μιας μικροσκοπικής τομής. Ο στυλεός αυτός με τη βοήθεια υπέρηχου θρυμματίζει τον καταρράκτη και με τη βοήθεια αναρρόφησης αναρροφώνται τα θραύσματα.  Όταν ο καταρράκτης παραμείνει για μεγάλο χρονικό διάστημα μέχρι να γίνει η επέμβαση, τότε σκληραίνει με αποτέλεσμα να απαιτείται μεγαλύτερη ένταση και διάρκεια του υπερήχου για να θρυμματιστεί. Το αποτέλεσμα είναι να ταλαιπωρείται ο υπερκείμενος κερατοειδής χιτώνας από το ακουστικό κύμα των υπερήχων και να εμφανίζεται οίδημα του κερατοειδούς. Το οίδημα του κερατοειδούς προκαλεί θαμπάδα τις πρώτες μετεγχειρητικές μέρες και μετά σταδιακά υποχωρεί. Γενικά όμως, ο παραμελημένος καταρράκτης κάνει την επέμβαση πιο εργώδη και αυξάνει την πιθανότητα εμφάνισης επιπλοκών.

Tα τελευταία 2 χρόνια η τεχνολογία έχει προχωρήσει ακόμη περισσότερο και σε πολλά κέντρα γίνεται η επέμβαση του καταρράκτη με ακόμη μικρότερη τομή 1,8 mm σε αντίθεση με την ευρέως χρησιμοποιούμενη τομή των 3 mm. Με τη μέθοδο αυτή επιτυγχάνονται τα καλύτερα δυνατά αποτελέσματα, αφού η τομή επουλώνεται γρηγορότερα, ο μετεγχειρητικός αστιγματισμός μειώνεται και η πιθανότητα μόλυνσης μειώνεται περαιτέρω. Με τη μέθοδο αυτή είναι ωφέλιμο να γίνεται η επέμβαση έγκαιρα πριν σκληρύνει ο καταρράκτης.

Αυτό δεν σημαίνει ότι θα πρέπει αμέσως μετά την αρχική διάγνωση του καταρράκτη να γίνεται η επέμβαση. Ο οφθαλμίατρος θα κρίνει κατά πόσο ο καταρράκτης μειώνει την οπτική οξύτητα του ασθενούς, το πόσο σκληρός είναι ο καταρράκτης (ο πυρηνικός καταρράκτης είναι συνήθως πιο σκληρός από τον φλοιώδη) και την συνύπαρξη και άλλων παθήσεων (διαβήτης, ωχροπάθεια, γλαύκωμα) και θα συμβουλεύσει κατάλληλα τον ασθενή για το πότε πρέπει να γίνει η επέμβαση.

 

Ιωάννης Α. Μάλλιας είναι Διδάκτωρ της Ιατρικής Σχολής Αθηνών, Μετεκπαιδευθείς στην Οφθαλμολογική Κλινική του Πανεπιστημίου Columbia των ΗΠΑ, Διευθυντής της Οφθαλμολογικής Κλινικής του Mediterraneo Hospital.

Γενική Ροή Ειδήσεων

PROUDLY POWERED BY CJ web | Copyright © 2017 {emprosnet.gr}
Made with love and a lot of coffee by CJ web, Creative web Journey