Οι ψευδεπίγραφες ταμπέλες των κομμάτων.

Συντήρηση και πρόοδος

13/02/2019 - 15:02

Η συντήρηση και η πρόοδος ήταν και παραμένουν τα δυο κυρίαρχα ιδεολογικά ρεύματα στην πολιτική.

Ιστορικά, τα δυο αυτά ιδεολογικά ρεύματα ταυτίστηκαν στην πολιτική πραγματικότητα με την Δεξιά ή Κεντροδεξιά και την Αριστερά ή Κεντροαριστερά. Οι ταμπέλες, όμως, με τις οποίες αυτοπροσδιορίζονται τα κόμματα και οι παρατάξεις, καθώς κι αυτές που τοποθετούν γι’ αυτά οι πολιτικοί τους αντίπαλοι, συχνά, αποδεικνύονται ψευδεπίγραφες.

Έτσι επιβεβαιώνεται ότι η πολιτική είναι ο κατ’ εξοχήν χώρος στον οποίον… ευδοκιμούν τα «Κατά συνθήκην ψεύδη».

Μελετώντας χωρίς προκατάληψη τα ιστορικά γεγονότα διαπιστώνει κανείς ότι -διαχρονικά- σημαντικά προοδευτικά μέτρα και μεταρρυθμίσεις πραγματοποιήθηκαν από τα λεγόμενα συντηρητικά-δεξιά κόμματα, ενώ τα λεγόμενα προοδευτικά-αριστερά κόμματα (υποταγμένα στις ιδεοληψίες τους ή ακολουθώντας μια στείρα αντιπολιτευτική τακτική) τήρησαν αντιδραστική στάση απέναντι σε μέτρα και μεταρρυθμίσεις που θα άνοιγαν το δρόμο της προόδου.

Στην περίοδο της Μεταπολίτευσης, για παράδειγμα, τα σημαντικότερα βήματα προόδου ήταν: α) η ένταξη της Ελλάδας στην ΕΟΚ και στη συνέχεια στην ΕΕ και β) η ένταξη στην ΟΝΕ Και οι δυο αυτές ιστορικές για την Ελλάδα πολιτικές χαράχτηκαν και πραγματοποιήθηκαν από δύο θεωρούμενους συντηρητικούς πολιτικούς, τον ιδρυτή της «δεξιάς» Νέας Δημοκρατίας, Κωνσταντίνο Καραμανλή και τον «εκσυγχρονιστή» και για κάποιους… «ολίγον ΠΑΣΟΚ» Κώστα Σημίτη. Και στα δυο αυτά βήματα προόδου η Αριστερά -στο μεγαλύτερο μέρος της- δεν ήταν απλώς απούσα αλλά και αντίθετη.

Οι ίδιες, όμως, αντιφάσεις ανάμεσα στη θεωρία (ταμπέλα) και την πράξη χαρακτηρίζουν και την παράταξη της Ν.Δ., η οποία αυτοπροσδιορίζεται ως «φιλελεύθερη».

Όταν ο πρωθυπουργός και πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ Κώστας Σημίτης προχώρησε, παρά τις έντονες αντιδράσεις της Εκκλησίας, στο φιλελεύθερο μέτρο της απάλειψης του θρησκεύματος από τις αστυνομικές ταυτότητες, όχι μόνον δεν υποστηρίχθηκε από την «φιλελεύθερη» παράταξη, αλλά αντιμετώπισε και την έντονη αντιπολιτευτική της δράση.

Και ενώ η «μεταρρυθμιστική Κεντροδεξιά» ΝΔ επαγγελλόταν ότι θα «επανίδρυε» ένα «λιγότερο κράτος», με «επιτελικό χαρακτήρα», τροφοδότησε και διόγκωσε, κατά την περίοδο της διακυβέρνησης Κώστα Καραμανλή διορίζοντας εκατοντάδες χιλιάδες υπαλλήλων, ένα πελατειακό υπερτροφικό κράτος, ανίκανο να υποστηρίξει οποιαδήποτε προοδευτική αναπτυξιακή προσπάθεια.

Αντίδραση για την ανάπτυξη και την πρόοδο και στην άλλη όχθη της «σοσιαλδημοκρατικής» πολιτικής: ενώ είναι, πλέον, παγκοίνως αποδεκτό ότι το κράτος ως εργοδότης έχει αποτύχει και ότι οι αποκρατικοποιήσεις και η ενίσχυση της ιδιωτικής πρωτοβουλίας συμβάλλει στην ανάπτυξη και την πρόοδο, το ΠΑΣΟΚ αντιμάχονταν -μέχρι το 2010 που χρεοκόπησε η χώρα- κάθε ιδέα και απόπειρα εκ μέρους της Ν.Δ. να ενισχύσει -μέσω των αποκρατικοποιήσεων- τις ιδιωτικές επενδύσεις.

Την ίδια αντιδραστική στάση κράτησε, μέχρι το2009, η Κεντροαριστερά του ΠΑΣΟΚ -και συνεχίζει και σήμερα η «κομμουνιστογενής» Αριστερά του ΣΥΡΙΖΑ- για να μην αναθεωρηθεί η συνταγματική διάταξη που απαγορεύει την ίδρυση των μη κρατικών πανεπιστημιακών ιδρυμάτων.

Και είναι η «Αριστερά» του ΣΥΡΙΖΑ που κατάργησε τον νόμο για την Παιδεία, γνωστό ως «Νόμο Διαμαντοπούλου» (το πλέον σύγχρονο και προοδευτικό θεσμικό πλαίσιο για την Πανεπιστημιακή εκπαίδευση, που ψηφίστηκε με την πρωτοφανή πλειοψηφία της Βουλής, 250 βουλευτών) και τον αντικατέστησε με τον πλέον αναχρονιστικό και αντιδραστικό Νόμο Γαβρόγλου.

Από την μελέτη, λοιπόν, των πολιτικών πεπραγμένων όλων των κομμάτων τα οποία άσκησαν, διαχρονικά, την κυβερνητική ή την αντιπολιτευτική πολιτική κατά την μεταπολιτευτική περίοδο, μπορεί να διαπιστώσει κανείς την τεράστια διαφορά ανάμεσα στην επιγραφή ή το χρώμα της ταμπέλας και στην «ουσία» της πολιτικής των κομμάτων, ανάμεσα στην θεωρία που διακηρύσσουν τα κόμματα και στην πράξη που επιτελούν, ανάμεσα σε όσα υπόσχονται και σε αυτά που, τελικά, πραγματοποιούνται και εισπράττει η κοινωνία.

Μετά ταύτα, χρήσιμο θα είναι να αναθεωρήσουμε τα πολιτικά μας στερεότυπα, προκειμένου να ελευθερωθούμε από ιδεοληψίες και προκαταλήψεις που μας οδηγούν σε λανθασμένες πολιτικές αξιολογήσεις και εκτιμήσεις.

Μήπως ταυτίζουμε, κακώς, κάθε πολίτη ή κόμμα που ονομάζουμε «συντηρητικό» με τον «αντιδραστικό» (αυτόν που αντιδρά σε κάθε μέτρο που αποβλέπει στην εξάλειψη των κακώς κειμένων και την βελτίωση των συνθηκών της κοινωνικής ζωής), όταν έχει αποδειχθεί ότι ένας «συντηρητικός» είναι οπαδός των μεταρρυθμίσεων, εφόσον έχει πεισθεί για την αναγκαιότητά τους, καθώς και για την ωφέλεια που θα προκύψει από την εφαρμογή τους;

Μήπως δεν είναι αντιδραστικοί αυτοί που είναι επιφυλακτικοί απέναντι στις «επαναστατικές» αλλαγές, που αποφεύγουν «τα άλματα στο κενό»; Αυτοί που επιλέγουν να προχωρούν βήμα, βήμα προς τα εμπρός. Αυτοί που ελέγχουν και μελετούν, προτού υιοθετήσουν την κάθε αλλαγή, με βάση τα υπάρχοντα επιστημονικά, ιστορικά ή εμπειρικά δεδομένα. Αυτοί που αξιοποιούν ό,τι θετικό υπήρξε και παραδίδεται από το παρελθόν συνθέτοντας όσα υγιή και γόνιμα προέρχονται από τα παλιά με τα στοιχεία της σύγχρονης εξέλιξης;

Μήπως, τελικά, ένας συντηρητικός πολίτης ή πολιτικός είναι κοντύτερα στον ρεαλισμό, στην πλήρη και ακριβή γνώση της πραγματικότητας που τον βοηθά να επιλέγει την κατάλληλη πολιτική, προκειμένου να αντιμετωπίσει αποτελεσματικότερα τις συνέπειες που έχει στη ζωή του αυτή η πραγματικότητα;

Και μήπως δεν πρέπει να αναγνωρίσουμε -εκ προοιμίου- ως προοδευτικό πολίτη ή κόμμα αυτόν που δηλώνει «αριστερός», αλλά να αναζητούμε στα πολιτικά του πεπραγμένα την συμβολή του στην πρόοδο της ανθρώπινης κοινωνίας;

Η μελέτη της περιόδου των Μνημονίων, 2010-2018, είναι διδακτική για το περιεχόμενο και τη σημασία που έχουν οι παλιές διακρίσεις των πολιτικών κομμάτων και παρατάξεων σε συντηρητικούς και προοδευτικούς, Δεξιούς και Αριστερούς (και σε εκείνους των διαφόρων παραλλαγών τους). Στις δυο νέες -αντίπαλες- κατηγορίες των Μνημονιακών και Αντιμνημονιακών, που κυριάρχησαν κατά την παραπάνω περίοδο, Αριστεροί και Δεξιοί συνυπήρξαν και συγκυβέρνησαν και στις δυο αυτές κατηγορίες. Εάν θέλαμε να εντάξουμε τους μνημονιακούς και αντιμνημονιακούς σε δυο κατηγορίες με τα πραγματικά τους χαρακτηριστικά, θα τους διακρίναμε σε Ρεαλιστές Νεοφιλελεύθερους και σε Λαϊκιστές και Εθνικολαϊκιστές Νεοφιλελεύθερους. Και, ανεξάρτητα από τις αλληλοκατηγορίες τους, τόσο αυτοί που κυβέρνησαν την πρώτη μνημονιακή περίοδο 2012-2015, όσο και αυτοί κατά την δεύτερη περίοδο 2015-2019,δεν άσκησαν ούτε φιλελεύθερη ούτε σοσιαλιστική ούτε αριστερή πολιτική. Η πολιτική που άσκησαν -έστω με το δικαιολογητικό πως ήταν «με το πιστόλι στον κρόταφο»- ήταν, εξίσου και αμιγώς, «νεοφιλελεύθερη» και αντιλαϊκή. Γι’ αυτό ας κατεβάσουν τις κομματικές ταμπέλες, ας υποστείλουν τις πλαστικές σημαίες και ας πάψουν να κοροϊδεύουν τον λαό.

Για να κυβερνηθεί αυτός ο λαός και για να προκόψει αυτός ο τόπος, δεν χρειάζεται ούτε δεξιούς ούτε αριστερούς. Χρειάζεται ένα πανεθνικό κίνημα, όπου φωτισμένες, ικανές και άξιες προσωπικότητες θα αγωνιστούν με αυταπάρνηση, για να αφήσουν πίσω τους όλη την εθνική μιζέρια του παρελθόντος και για να ανοίξουν τον δρόμο για την πρόοδο της χώρας, για τις γενιές που έρχονται από το μέλλον.

 

Γενική Ροή Ειδήσεων

PROUDLY POWERED BY CJ web | Copyright © 2017 {emprosnet.gr}
Made with love and a lot of coffee by CJ web, Creative web Journey