Περί συκοφαντίας (Α΄ Μέρος)

02/03/2018 - 13:19

Παρακολουθώντας την άθλια πραγματικά εικόνα που παρουσίασε η Βουλή στη διάρκεια της συζήτησης για τον ορισμό προανακριτικής επιτροπής για τη διερεύνηση της υπόθεσης της «Novartis» και έχοντας υπόψη τους σοβαρούς εξωτερικούς κινδύνους που απειλούν από όλες τις πλευρές τη χώρα μας, σκέφτηκα να τιτλοφορήσω το άρθρο μου «Των οικιών ημών εμπιμπραμένων ημείς άδομεν» ή «Ο κόσμος χάνεται και η γριά ψειρίζεται» ή «Άναρχοι …άρχοντες» ή «Πολιτικός αμοραλισμός». Διαπίστωσα, όμως, πως είχα στο παρελθόν χρησιμοποιήσει αυτούς τους τίτλους σε άρθρα μου, σε άλλες κυβερνήσεις. Πείστηκα ότι τίποτε δεν αλλάζει στην πολιτική ζωή του τόπου μας, πως «το πάθος δεν γίνεται μάθος» και πως οι ίδιες αρχές και οι ίδιες αξίες την διαμορφώνουν πάντοτε. Βεβαιώνεται η άποψη του Θουκυδίδη πως η φύση των ανθρώπων δύσκολα αλλάζει και πως όσο αυτή παραμένει η ίδια, θα βρισκόμαστε μπροστά στα ίδια φαινόμενα πολιτικής παθογένειας.

Έχει επικρατήσει και έχει ριζώσει βαθιά μέσα στο μυαλό και την ψυχή αυτών που μας κυβερνούν το «Πας μη Έλλην …βάρβαρος», καθένας που δεν είναι μαζί μας είναι εναντίον μας και πρέπει να εξοντωθεί. Αν οι ιθύνοντες δαπανούσαν στην ανεύρεση τρόπων επίλυσης των προβλημάτων που απασχολούν τον λαό τόση φαιά ουσία, όση δαπανούν στην προσπάθεια εξεύρεσης τρόπων εξόντωσης των αντιπάλων τους, τα πράγματα θα ήταν καλύτερα.

Και μη νομίζετε πως αυτή η τακτική είναι γνώρισμα των τελευταίων ετών. Υπήρχε από την αρχαιότητα, χαρακτήριζε τις παρηκμασμένες και ξεπεσμένες δημοκρατίες και σχετίζεται με την παθολογία των πολιτικών αγώνων. Τον 4ο π.Χ. αι. στην Αθήνα, οι αντίθετοι σε μια πολιτική επιδίωκαν να αχρηστέψουν τον εμπνευστή της ή άλλον από τους υποστηρικτές της με τον οστρακισμό και την πολιτική δίκη, μέσα που νόθευαν την πολιτική διαμάχη με στοιχεία αλλότρια προς την πολιτική και έφθειραν τα πολιτικά ήθη. Το αμυντικό σύστημα του πολιτεύματος παρήγε και χρησιμοποιούσε ως μέσο για την επίτευξη των στόχων του, την πληγή της συκοφαντίας. Με τον όρο «συκοφάντης», οι αρχαίοι δήλωναν τους εκβιαστές που αποσπούσαν χρήματα από πλούσιους ή απλώς εύπορους πολίτες με την απειλή ότι θα τους σύρουν στα δικαστήρια ακόμη και με ασύστατες κατηγορίες. Το φαινόμενο αυτό άρχισε νωρίς, διαδόθηκε πολύ και έγινε χρόνιο. Εμφανίστηκε μάλιστα και στις δημοκρατίες άλλων πόλεων. Ο Αριστοτέλης ταυτίζει τους συκοφάντες με τους δημαγωγούς αυτών των δημοκρατιών (Πολιτ. 1304 b 20 κ.ε.), ενώ ο Αριστοφάνης, με κάποια υπερβολή και ποιητική αδεία, υπαινίσσεται ότι όλοι οι Αθηναίοι ήταν συκοφάντες (Εκκλ. 439 κ.ε.).

Η αθηναϊκή δημοκρατία, όπως και η σημερινή, έδινε το δικαίωμα σε κάθε πολίτη να γίνεται αυτόκλητος δημόσιος κατήγορος (ο βουλόμενος). Τον προκαλούσε μάλιστα να ασκήσει αυτό το δικαίωμα με το δέλεαρ του χρηματικού κέρδους που ήταν ένα πολύ μεγάλο ποσοστό (το μισό ή τα δύο τρίτα) της δημευόμενης περιουσίας του κατηγορουμένου που καταδικαζόταν. Ο κατήγορος από την πλευρά του, δεν διέτρεχε σοβαρούς κινδύνους. Αν η κατηγορία του απορριπτόταν με τα τέσσερα πέμπτα των ψήφων, είχε να χάσει μόλις χίλιες δραχμές. Αν εισαγόταν σε «δίκη συκοφαντίας» και καταδικαζόταν, η ποινή δεν ήταν μεγάλη. Η μεθόδευση αυτή ιδιαίτερα σε εποχές οικονομικής και ηθικής κρίσης, εύκολα παράγει και αναπτύσσει τη συκοφαντική διάθεση, όπως συμβαίνει και σήμερα. Άνθρωποι αναίσχυντοι και τυχοδιωκτικοί αναδέχονταν τον κίνδυνο μικρών ζημιών από χαμένες αγωγές υπολογίζοντας στα κέρδη από αγωγές που κέρδιζαν!

Ένας άλλος παράγοντας που ευνοούσε τη συκοφαντία ήταν η απουσία δημόσιου κατηγόρου και ανακριτή. Η ανάκριση απλώς κατέγραφε στοιχεία που προσκομίζονταν από τους κατηγόρους. Η δικονομία δεν προέβλεπε εμβάθυνση στην υπόθεση κατά την ακροαματική διαδικασία. Αλλά και η κακή διάθεση των φτωχών πολιτών απέναντι στους πλούσιους συντελούσε στην ανάπτυξη της συκοφαντίας. Το πλήθος ήταν εύπιστο, όταν καταγγελλόταν ένας πλούσιος, και οι άνθρωποι του λαού που μετείχαν στη σύνθεση του Ηλιαστικού δικαστηρίου που δίκαζε την υπόθεση, έρεπαν προς την καταδίκη του κατηγορουμένου.

Θα ρωτήσει κανείς τι σχέση έχουν όλα αυτά με την υπόθεση της «Novartis». Πώς δεν έχουν; Όλοι οι κατηγορούμενοι δέχτηκαν στη Βουλή πως υπάρχει σκάνδαλο στον τρόπο που λειτουργούσε αυτή η φαρμακευτική εταιρεία στη χώρα μας, όπως και σε άλλες χώρες. Το γεγονός ότι υπάρχει σκάνδαλο δε σημαίνει πως αυτό το δημιούργησαν οι δέκα διωκόμενοι πολιτικοί και εξέχοντες άνδρες της πολιτικής και οικονομικής ζωής της χώρας μας. Παλαιότερα έλεγαν «ένας μάρτυρας, κανένας μάρτυρας». Είναι δυνατό τώρα να στηριχτεί κατηγορία πάνω σε αόριστες καταγγελίες άγνωστων ατόμων, «προστατευόμενων» και «κουκουλοφόρων»; Αυτοί που εξυπηρετούνται από όλη αυτή την κατάσταση διαρρηγνύουν τα ιμάτιά τους και λένε πως τα δέκα αυτά άτομα είναι απλώς «αναφερόμενοι». Δεν είναι «κατηγορούμενοι». Αυτοί θα μας κάνουν να ξεχάσουμε και τα ελληνικά που ξέρουμε! Αλήθεια, τα πρόσωπα αυτά «αναφέρονται» ως τι; Ως μεγάλοι ευεργέτες ή ως σωτήρες του έθνους; Αναφέρονται ως απατεώνες και ως λυμεώνες του δημοσίου χρήματος. Μερικοί μάλιστα με αυθάδεια και απύθμενη υποκρισία, τους κάλεσαν να αποδείξουν την αθωότητά τους! Αλλά πότε θα την αποδείξουν; Και, αν την αποδείξουν, δεν θα έχουν πληγωθεί ηθικά και πολιτικά; Μπορεί η πληγή να κλείσει αλλά το τραύμα θα παραμείνει για πολύ καιρό ή και για πάντα. Αλλά γι’ αυτό στο επόμενο…

Γενική Ροή Ειδήσεων

PROUDLY POWERED BY CJ web | Copyright © 2017 {emprosnet.gr}
Made with love and a lot of coffee by CJ web, Creative web Journey