Γ΄ μέρος και τελευταίο

Η Σμύρνη: πριν και μετά την καταστροφή

20/09/2021 - 13:45

Η 25η  Αυγούστου του 1922 ήταν η αρχή του τέλους του λαμπρού Μικρασιατικού πολιτισμού και της Σμύρνης. Αυτή την αποφράδα μέρα  το ελληνικό μέτωπο λυγίζει. Το φοβερό άγγελμα μεταδίδεται σαν αστραπή στη Σμύρνη. Αρχίζει ο ρόγχος της μικρασιατικής Ελλάδας. Η 26η Αυγούστου είναι ημέρα αγωνίας, ημέρα τρόμου κι απόγνωσης για τους Έλληνες της Σμύρνης. Είναι η μέρα μιας εφιαλτικής αναμονής.  Μυριάδες Έλληνες πορεύονται μελαγχολικοί και πένθιμοι στην προκυμαία με την ελπίδα να επιβιβαστούν στα συμμαχικά πλοία που πρόκειται ν’ αναχωρήσουν. Μάταια όμως. Ο Στεργιάδης, ο μοιραίος Ύπατος Αρμοστής, δίνει αυστηρή εντολή να μην επιτραπεί στον κόσμο να επιβιβαστεί στα πλοία. Η στερνή ελπίδα χιλιάδων Ελλήνων που κατακλύζουν την προκυμαία χάνεται για πάντα. Η νύχτα της Παρασκευής εκείνης έπεσε βαριά, ζοφερή και καταθλιπτική.

Κι έφτασε το Σάββατο, 27η Αυγούστου. Πρωί πρωί ο μητροπολίτης Χρυσόστομος κατεβαίνει από το μητροπολιτικό μέγαρο και πορεύεται στον ναό της Αγίας Φωτεινής. Τα πλήθη συρρέουν στην εκκλησία και γεμίζουν τον μεγάλο της αυλόγυρο. Εναποθέτουν την τελευταία τους ελπίδα στον Θεό. Ο σεπτός και σεβάσμιος ιεράρχης θα λειτουργήσει για τελευταία φορά κάτω από τον θόλο της επιβλητικής κι αιωνόβιας εκκλησίας, της Αγίας Φωτεινής, σαν σε μια δεύτερη Αγια-Σοφιά τις παραμονές της άλωσης  της Κωνσταντινούπολης.

Κι ύστερα η αιώνια σιωπή!  Δε θ’ ακουστούν πια προς τον Ύψιστο ύμνοι δοξαστικοί, δεήσεις και ικεσίες. Το μαρτυρικό κορμί του Χρυσόστομου θα συρθεί σε  λίγο στους δρόμους και θα βάψει με το αίμα του τα καλντερίμια της Σμύρνης καθαγιάζοντάς τα. Πέθανε σαν μάρτυρας , με το τελευταίο του βήμα σταθερό, τα μάτια του αστραφτερά, τα γόνατα αλύγιστα, τον λογισμό του καθαρό, την πίστη του ακλόνητη και τη συνείδησή του ήσυχη. Πέθανε με τα χαρακτηριστικά ενός ανθρώπου που αντιμετωπίζει τη ζωή σαν έναν ατέλειωτο αγώνα, με τέρμα το μαρτύριο και τη θυσία. Κι έγινε το μαρτύριό του πανελλήνιος και πανορθόδοξος ύμνος και θρύλος, πηγή για άντληση ευλογίας, υπομονής, ευθύνης, αυτοθυσίας και προσδοκίας. 

Τρεις μέρες κράτησαν οι θηριωδίες των Τούρκων. Στις ελληνικές και τις αρμενικές συνοικίες  αρχίζουν οι λεηλασίες. Οι πόρτες των σπιτιών παραβιάζονται, το περιεχόμενό τους διαρπάζεται, οι ένοικοι σκοτώνονται, οι γυναίκες ατιμάζονται, τα μικρά παιδιά στραγγαλίζονται με τον πιο φρικτό και  απάνθρωπο τρόπο. Οι δρόμοι γεμίζουν πτώματα φρικτά παραμορφωμένα, το αίμα ξεχειλίζει και βάφει κόκκινα τους τοίχους και τα κατώφλια των σπιτιών.

Τραγικές στιγμές του μαρτυρίου της Σμύρνης που όμως ωχριούν μπροστά σ’ αυτές που ακολούθησαν την πυρπόλησή της. Η πυρκαϊά εκδηλώθηκε στην αρμενική συνοικία το απόγευμα της Τετάρτης, 31ης Αυγούστου , και διήρκεσε μέχρι το πρωί του Σαββάτου. Μέσα σε λίγες ώρες το χριστιανικό τμήμα της πόλης είχε παραδοθεί στις φλόγες. Παλιά οικοδομήματα, ακλόνητα και στέρεα, όλες οι εστίες του μικρασιατικού ελληνισμού που κράτησαν με επιμονή και υπομονή την εθνική μας παράδοση τόσα και τόσα χρόνια μεταβάλλονται σε τέφρα. Σπίτια και σχολεία και μαζί μ’ αυτά η περιώνυμη Ευαγγελική σχολή, το Ομήρειο, το Νοσοκομείο, τα άσυλα, τα αγαθοεργά και ευαγή ιδρύματα λαμπαδιάζουν και καίγονται. Οι εκκλησίες αποτεφρώνονται και γκρεμίζονται, οι εικόνες γίνονται στάχτη. Είναι το σχέδιο των Τούρκων: από εδώ και πέρα τίποτε δεν πρέπει να θυμίζει ελληνισμό κι ορθοδοξία.

Αλλόφρονες οι κάτοικοι εγκαταλείπουν τα σπίτια τους και τα αγαθά τους και ξεχύνονται στους δρόμους. Ζητούν καταφύγιο ακόμη και σ’ αυτό το ορθόδοξο νεκροταφείο. Στη συνοικία των νεκρών οι ζωντανοί! Τα μνήματα μεταβάλλονται σε κατοικίες και τα μαυσωλεία σε άσυλα!  Αλλά οι Τούρκοι δε σεβάστηκαν ούτε τον χώρο των νεκρών!  Παραβιάζουν και αυτό το τελευταίο καταφύγιο των Ελλήνων κι επιδίδονται  σε αρπαγές και βιασμούς, σε κακοποιήσεις και ανελέητες σφαγές. Ήταν στιγμές  που οι ζωντανοί ζήλευαν τους πεθαμένους!  Τη φρίκη από την πυρκαϊά συμπλήρωναν τα συνεργεία του «πυρπολητή» Νουρεντίν που με χειροβομβίδες και δυναμίτιδα κατέστρεψε όσα η φωτιά είχε σεβαστεί. Τότε ανατινάχτηκε και το ιστορικό κωδωνοστάσιο -ύψους 35 μέτρων-της Αγίας Φωτεινής που οι γλυκόφωνες καμπάνες του συγχρόνιζαν τον παλμό τους με τον παλμό της ελληνικής ψυχής και τους σφυγμούς του έθνους, που υψωνόταν σαν το μάτι του Θεού, παρατηρητήριο της φυλής, σύμβολο ακατάλυτο με τον πελώριο χρυσό δικέφαλο αετό.

Η Ιστορία, γράφει ένας Ιταλός συγγραφέας, δε γνώρισε παρόμοια σε έκταση σφαγή, παρόμοιο σε φρίκη εξολοθρεμό. Ιστορικά έχει αποδειχτεί πως η πυρκαϊά  της Σμύρνης ήταν εμπρησμός που σχεδιάστηκε και εκτελέστηκε με τρόπο αριστοτεχνικό αλλά και σατανικό από τους Τούρκους. Η καταστροφή της Σμύρνης χαρακτηρίστηκε ως «εγκληματικό αριστούργημα», ως «κορωνίδα εγκλήματος κατά του πολιτισμού». Οι Τούρκοι επιδίωξαν την πυρπόληση των χριστιανικών συνοικιών της Σμύρνης, για να μη μείνει τίποτε που να θυμίζει στους μεταγενέστερους την ελληνικότητά της και να λύσουν έτσι μια για πάντα το πρόβλημα της μειονότητας. Ο Τσώρτσιλ στα Απομνημονεύματά του γράφει : «Ο Κεμάλ γιόρτασε το θρίαμβό του με τη μετατροπή της Σμύρνης σε τέφρα και την τεράστια σφαγή του εκεί χριστιανικού πληθυσμού».

Αλλά το πιο σημαντικό είναι πως η φρικιαστική αυτή ανθρωποσφαγή συντελέστηκε κάτω από τα τηλεβόλα του συμμαχικού στόλου και τα μάτια των χριστιανών της Ευρώπης που έμειναν απαθείς και αδιάφοροι, Νέρωνες ανοικτίρμονες κι ασυμπόνετοι. Το επεισόδιο των σφαγών της Χίου είχε εξεγείρει πριν από ένα αιώνα τις συνειδήσεις της ανθρωπότητας, ενώ το σπαρακτικό δράμα και το μαρτύριο της Σμύρνης άφησε τους συμμάχους μας απαθείς θεατές. Ο Γάλλος Rene Puaux στο βιβλίο του «Ο θάνατος της Σμύρνης» διακηρύσσει με ειλικρινή και υπεύθυνη φωνή πως οι σύμμαχοι δε θέλησαν, αν και μπορούσαν, να σώσουν τη Σμύρνη.

Όσοι διασώθηκαν, γυναικόπαιδα και γέροντες, ακολούθησαν τον δρόμο της τραγικής και μοιραίας εξόδου. Ο ανταποκριτής της Tribune του Σικάγου έγραφε στις 4 Οκτωβρίου του 1922: «Θρήνος ηκούσθη εν Ραμά, Ραχήλ κλαίουσα τα τέκνα της. Όσοι από εμάς παρέστησαν στην έξοδο πλέον των 250 000 προσφύγων από την καταστραμμένη Σμύρνη νόμιζαν πως βρίσκονται στην κόλαση». Τραγικό ξερίζωμα και σκόρπισμα αυτών που σώθηκαν. Χωρισμένοι από τη γη που κρατούσε σφιχτά στην αγκαλιά της τα όνειρα και τα αγιασμένα κόκκαλα των προγόνων τους έσερνα ν σαν θλιβερές και μαύρες λιτανείες τα κουρέλια τους και μαζί τα ράκη της ψυχής τους. Σαν πένθιμα ναυάγια ακουμπούσαν στις ακτές της μητέρας πατρίδας.

Έτσι η Σμύρνη η ελληνική χάθηκε. Η στάχτη της φωτιάς την κάλυψε. Το όνειρο της Μεγάλης υπερπόντιας Ελλάδας θάφτηκε κάτω από τα φλογισμένα ερείπια της ιωνικής πρωτεύουσας. Όμως δεν πέθανε, δεν έσβησε. Ζει μέσα στη μνήμη και τη θύμηση μαζί με όλες τις άλλες αλύτρωτες κι αλησμόνητες πατρίδες. Κι είναι αυτό η πιο τρανή εγγύηση πως κάποτε το χάσμα που άνοιξε ο σεισμός θε να γεμίσει με άνθη. Πως θα περάσουν οι άγριοι καιροί και η κακιά η ώρα και η πολύπαθη Κιβωτός θα ακουμπήσει στέρεα στο ονειρεμένο Αραράτ. Απαντοχή μόνο χρειάζεται, πίστη και θύμηση. Γιατί, όπως λέει ο ποιητής για τη χαμένη Ιωνία

                   Όσο βρίσκεται στο νου μας δεν τη χάνουμε

                             τη λαγγεμένη Ανατολή.

                   Την ξανοίγουμε, τη νιώθουμε, την πιάνουμε

                             με τα μάτια, με το χέρι ή το φιλί.

Γενική Ροή Ειδήσεων

PROUDLY POWERED BY CJ web | Copyright © 2017 {emprosnet.gr}
Made with love and a lot of coffee by CJ web, Creative web Journey