Γυναίκες από την Ανδρομέδα

12/10/2017 - 16:14

Όταν έχεις κουμπάρα τη δική μου, γνωρίζεις πάντοτε αυτούς που πρέπει να ξέρεις σε μια πόλη, πολύ πριν τα φώτα της δημοσιότητας πέσουν πάνω τους και δε σε αφήνουν να τους δεις καθαρά. Γνώρισα την Ανδρομέδα ένα ζεστό αυγουστιάτικο απόγευμα στον Αύλωνα, όπου γινόταν η παρουσίαση της τελευταίας ποιητικής συλλογής της Ντέπης Χατζηκαμπάνη. Εκεί, στην καρδιά του Περάματος, σε μια δροσερή ταβέρνα με γευστικότατες λιχουδιές, ακούσαμε ποίηση, απολαύσαμε μουσική, ήπιαμε ωραιότατο τσίπουρο, ενώ η κουμπάρα Αναστασία διάβαζε από τον υπολογιστή της την ομιλία της για τη φίλη της, τη Ντέπη, και υποδεχτήκαμε αργά το βράδυ, λίγο πριν την αναχώρηση, την Αγλαΐα Κυρίτση, πεινασμένη, σαν λύκο, ύστερα από Νομαρχιακό Συμβούλιο.

Η Ανδρομέδα τριγυρνούσε ξυπόλητη ανάμεσά μας, έπαιζε πιάνο, φορώντας ένα έντονο γαλάζιο κοντό καφτάνι, χαμογελούσε και συνεχώς κουβέντιαζε για πλεκτά βραχιολάκια. Γύρω μας οι παρέες έρχονταν και έφευγαν, η βραδιά κύλησε σαν το νερό, στην επιστροφή ρίξαμε έναν γενναίο καυγά με την κουμπάρα στο αυτοκίνητο, κάτι με το προσφυγικό ήταν, έφταιγε και το τσίπουρο, δε θυμάμαι ακριβώς γιατί, έτσι κι αλλιώς το άλλο πρωί καμιά δε θυμόταν τι ακριβώς είχε συμβεί.

Ξανασυνάντησα την Ανδρομέδα το βράδυ των γενεθλίων μου, στο «Ιστορικόν», γιατί η Αναστασία σκέφτηκε ότι είναι καλή ιδέα να ακούσουμε μια βραδιά που φυσούσε την Ντέπη να παίζει μουσική, πίνοντας τα μοχίτο που μας ετοίμαζε η Πελαγία. Η Ανδρομέδα κάθισε μαζί μας, μετά τα μεσάνυχτα, όταν πια βρισκόμασταν στον τέταρτο γύρο της οινοκατάνυξης. Κάπου εκεί ανάμεσα στο κύμα που έσκαγε στα πόδια μου, στα μηνύματα στο κινητό, να είστε καλά όλοι σας, και στις μουσικές της Ντέπης, που μας πρόσφερε μια νοσταλγική βραδιά, έμαθα και την ιστορία της. Δεν σκοπεύω να τη γράψω. Ούτε να τη σχολιάσω. Όσο μεγαλώνει μέσα μου ο φόβος για τα χρόνια που περνούν, τόσο περισσότερο πιστεύω ότι πρέπει ο άνθρωπος να κάνει αυτό που λαχταρά η ψυχή του.

Ύστερα από εκείνο το βράδυ οι εξελίξεις στάθηκαν ραγδαίες. Την επόμενη μέρα ο Μήτσος έμαθε ότι θα είναι φοιτητής στη Θεσσαλονίκη, το βράδυ, μόλις συνήλθαμε από την ημικρανία του πρωινού, το γιορτάσαμε μέχρις εσχάτων, μετά αρρώστησα, και μόλις άνοιξα τα μάτια μου χτύπησε το τηλέφωνο κι οι διακοπές μου τέλειωσαν απότομα εκείνη την Κυριακή το μεσημέρι, όταν άφησα πίσω μου τη Μυτιλήνη με κατεύθυνση για τον Πειραιά. Δεν ξαναείδα την Ανδρομέδα. Διάβασα πρόσφατα όμως ότι πρωταγωνιστεί στον τοπικό και όχι μόνον τύπο με τον αγώνα της. Προσωπικά της εύχομαι να τον κερδίσει. Πιστεύω, γιατί πια μεγάλωσα, ότι αυτό θα συμβεί, όχι γιατί εκτέθηκε στα φώτα της δημοσιότητας, όχι γιατί είχε την τόλμη και εκτέθηκε, αλλά μόνον αν η ελληνική νομοθεσία προβλέπει τις ανάγκες που γεννιούνται εγκαίρως και σπεύδει να αναπροσαρμοστεί, για να τις καλύψει.

Επειδή η Ανδρομέδα μού ήταν συμπαθής, διάβασα πολλά που την αφορούσαν. Κάποια υπερβολικά και μαξιμαλιστικά, αναπόφευκτο παρελκόμενο της στενής σχέσης με τη δημοσιότητα. Εν συντομία: Αποτάσσομαι όσους της επιτίθενται, δεν προσυπογράφω διάφορες αναφορές στη Judith Butler, νομίζω χάνεται η ουσία της φεμινιστικής της θεωρίας. Επίσης, ορίζω αλλιώς τη γενναιότητα: γενναίοι πια, για μένα, είναι οι καθημερινοί, οι συνηθισμένοι άνθρωποι, που απαρατήρητοι σηκώνουν έναν βαρύ σταυρό: μια μάνα άνεργη, μια γυναίκα άρρωστη, ένα θύμα βίας, που συνεχίζει να ζει και να ελπίζει. Μεγαλώνω είπαμε! Σέβομαι την ανάγκη και τον αγώνα της Ανδρομέδας. Εκτιμώ γενικά όλους τους ανθρώπους που αντιστάθηκαν στις συμβάσεις και αντιμετώπισαν τις συνέπειες (λιγότερες ή περισσότερες δεν έχει σημασία). Ελπίζω η απόφαση που περιμένει να τη δικαιώσει και να τη λυτρώσει. Λογοθετικά. Θα τη συμβούλευα να μιλά λιγότερο στα μέσα (ξέρω πως όλοι τώρα με βρίζετε). Η πραγματική ζωή αρχίζει, μόλις κλείσουν. Είναι δύσκολη. Είναι όμορφη. Είναι μοναδική. Της εύχομαι να ζήσει τη δική της, όπως επιθυμεί._

 

Καλυψώ Ν. Λάζου-Μπαλτά

Φιλόλογος

 

Γενική Ροή Ειδήσεων

PROUDLY POWERED BY CJ web | Copyright © 2017 {emprosnet.gr}
Made with love and a lot of coffee by CJ web, Creative web Journey