Για τη Βρίσα των θερινών επισκεπτών της και για τη Βρίσα των μόνιμων κατοίκων της

26/07/2017 - 15:16

Μπορεί να μείνει ζωντανός ένας τόπος, όταν διατηρείται απαράλλαχτος μέσα στο χρόνο; Και στην περίπτωση που συμβαίνει από κάποια φυσική ή ανθρώπινη δύναμη να καταστραφούν τα σπίτια των κατοίκων του, αρκεί να ξαναστηθούν αυτά, όπως ήταν παλιά, για να συνεχιστεί η ζωή των κατοίκων τους;

Την απάντηση στα παραπάνω ερωτήματα μάς τη δίνει η Ιστορία. Πόλεις και χωριά που άκμαζαν κάποτε, με σπίτια πετρόχτιστα και με ωραία «κοντυλοπελεκητά» στολίδια -πολύ πιο θαυμαστά από αυτά της σεισμόπληκτης Βρίσας- παραμένουν, μέχρι σήμερα, έρημοι τόποι, με τα λαμπρά οικοδομήματά τους να κείτονται σε ερείπια, όπως π.χ. η Δήλος και η πλούσια ιωνική μεγαλούπολη, η Έφεσος.

Ποιο είναι αυτό που μπορεί να κρατήσει ζωντανό ένα τόπο; Την απάντηση μάς τη δίνει και πάλι η Ιστορία αλλά και η κοινή λογική: ένας τόπος παραμένει ζωντανός -κι όταν καταστρέφεται, ξαναχτίζεται και συνεχίζει την πορεία του μέσα στο χρόνο- όταν ικανοποιούνται, πρωτίστως, οι οικονομικοκοινωνικές ανάγκες των ανθρώπων, οι οποίες αναπτύσσονται και διαμορφώνονται σύμφωνα με τις εξελίξεις στον ευρύτερο περιβάλλοντα χώρο.

Φοβούμαι, λοιπόν, ότι εάν δεν ληφθούν υπόψη στο ξαναχτίσιμο της Βρίσας, που γκρέμισε ο σεισμός της 12ης Ιουνίου, οι σύγχρονες ανάγκες των Βρισαγωτών, που ζουν και δουλεύουν, επί δώδεκα μήνες το χρόνο, στην περιοχή του χωριού τους, η Βρίσα κινδυνεύει να μείνει στο μεγαλύτερο μέρος της ένας ερειπιώνας.

Να διατηρηθούν τα εξωτερικά χαρακτηριστικά της παραδοσιακής αρχιτεκτονικής, που γοήτευαν τους θερινούς επισκέπτες της προσεισμικής Βρίσας και κάποιους… «εικονολάτρες» αρχιτέκτονες (της ημεδαπής ή και της αλλοδαπής) που επιμένουν νοσταλγικά στην εικόνα της παλιάς Βρίσας· συγχρόνως, όμως, να γίνουν όλες εκείνες οι παρεμβάσεις που θα απαλλάξουν τον καινούριο οικισμό από τις δυσλειτουργίες και τις ελλείψεις που βίωναν οι Βρισαγώτες κάτοικοι των δώδεκα μηνών το χρόνο.

Εάν η Βρίσα «αναστυλωθεί» απλώς, για να μην αλλοιωθεί η εικόνα της παραδοσιακής αρχιτεκτονικής της, αυτό δεν αρκεί για να προσελκύσει τους παλιούς κατοίκους της, οι οποίοι επί τρία, τέσσερα χρόνια (ίσως και περισσότερα) θα έχουν μετεγκατασταθεί στα Βατερά ή και σε άλλες περιοχές. Και, προ πάντων δεν αρκεί -ακόμα κι αν όλα αποκατασταθούν στην προτέρα τους μορφή- για να κρατηθεί ζωντανή η Βρίσα στα επόμενα χρόνια.

Η Βρίσα, καθώς και ολόκληρη η νότια Λέσβος, είναι μια περιοχή, διαχρονικά, εγκαταλειμμένη από την πολιτεία, η οποία μαραζώνει οικονομικά και συρρικνώνεται πληθυσμιακά. Κανένα αναπτυξιακό έργο δεν έγινε τα τελευταία 50 χρόνια. Οι θερμοπηγές Πολιχνίτου παραμένουν ανεκμετάλλευτες. Ο παραλιακός δρόμος Πλωμαρίου-Βατερών -που η διάνοιξή του άρχισε από τον… Πασά της Λέσβου επί Τουρκοκρατίας- δεν ευτύχησε ακόμη να βρει τον συνεχιστή… πασά του με το ελληνικό «κουβέρνο»! Όσο για το πολυθρύλητο Πανεπιστημιακό Κέντρο Βρίσας είναι γνωστό ότι, αν και είχε δημοπρατηθεί,… απεντάχθηκε από τους επανεμφανισθέντες, σήμερα,… «προστάτες» της παραδοσιακής Βρίσας! Έτσι η Βρίσα ( και σε μεγαλύτερο βαθμό ο Πολιχνίτος) από τους 2.000 κατοίκους έφτασε, σήμερα να κατοικείται από 600 υπερήλικες στην πλειονότητά τους. Και εάν τα Βατερά δεν διέσωζαν κάποια οικονομική ικμάδα, λόγω του τουρισμού, η Βρίσα θα είχε καταντήσει («παρά τα ωραία πελεκητά της») -και πριν από τον καταστροφικό σεισμό- «πληθυσμιακός ερειπιώνας».

Πρέπει, λοιπόν, όλοι οι Βρισαγώτες -τόσο οι μόνιμοι κάτοικοι, όσο και αυτοί της διασποράς- να δούμε το πρόβλημα της Βρίσας, όχι μόνο με τα μάτια του τουρίστα αλλά με τα μάτια του Βρισαγώτη, που ζει στο χωριό και τους 12 μήνες το χρόνο, και να καταλάβουμε ότι η Κυβέρνηση, όπως και όλες οι κυβερνήσεις, θα διαθέσουν -πιθανότατα- γύρω στα 30 εκατομμύρια, για να «ξεμπερδεύουν» με το πρόβλημα της Βρίσας (υπάρχουν, άλλωστε κι αλλού σεισμόπληκτοι)· από κει και πέρα, όμως, το ζήτημα είναι εάν εμείς, όσοι θέλουμε να μείνουμε στον τόπο μας και τον αγαπάμε, θα αντιμετωπίσουμε το γεγονός του σεισμού -πέρα από τις ανθρώπινες, οδυνηρές συνέπειές του- ως μια μοναδική ευκαιρία, για να χτίσουμε και να παραδώσουμε στις νεότερες γενιές μια Βρίσα γερά θεμελιωμένη ή, απλώς, θα πάρουμε μια παράταση ζωής ως τον επόμενο μεγάλο σεισμό.

Ειδικότερα, καλούμαστε να χειριστούμε με υπευθυνότητα και πνεύμα συλλογικότητας την υπάρχουσα κατάσταση και να διαχειριστούμε με σύνεση και σχέδιο τις πιστώσεις που θα διατεθούν από την πολιτεία ή αυτές που θα συγκεντρωθούν από προσφορές χορηγών.

Χρειάζεται, κατά τη γνώμη μου, οργάνωση και συντονισμός της κοινής προσπάθειας. Και, ακόμα, θα χρειαστεί φαντασία και τόλμη. Να ξεκινήσουμε από τη δημιουργία ενός οικοδομικού οργανισμού από Βρισαγώτες - κυρίως από αυτούς που ζουν στη Λέσβο-ο οποίος θα αναλάβει να εκπονήσει (με ανάθεση σε Μελετητικό Γραφείο) μια ολοκληρωμένη μελέτη ανοικοδόμησης της Βρίσας.

Η μετασεισμική Βρίσα πρέπει να διατηρήσει τα εξωτερικά παραδοσιακά στοιχεία της αρχιτεκτονικής της, όχι, όμως, εις βάρος της ασφάλειας των κατοίκων της και της λειτουργικότητας του οικισμού. Θα χρειαστεί να γίνουν εκείνες τις παρεμβάσεις στον οικιστικό ιστό και στα έργα υποδομής που θα καταστήσουν τη Νέα Βρίσα έναν πρότυπο, σύγχρονο και λειτουργικό οικισμό, ελκυστικό σε ντόπιους και ξένους, που θα παρέχει στους κατοίκους του όλες τις ευκολίες και τις άριστες συνθήκες υγιεινής που μπορεί να εξασφαλίσει, σήμερα, η σύγχρονη τεχνολογία, καθώς και η γνώση και η εμπειρία που έχει συγκεντρωθεί από την αντιμετώπιση ανάλογων περιπτώσεων (στην Ελλάδα ή στο εξωτερικό).

Σε προηγούμενο άρθρο μου, αναφέρθηκα σε τέτοιες λειτουργικές παρεμβάσεις αναφορικά με το διάγραμμα των εσωτερικών δρόμων, καθώς και στις απαραίτητες υποδομές (χώροι στάθμευσης στις εισόδους του οικισμού, διεύρυνση-ανάπλαση πλατειών, χώροι πρασίνου, Παιδική Χαρά, δίκτυο αποχέτευσης και σύνδεσή του με τον Βιολογικό Καθαρισμό).

Σήμερα καταθέτω για προβληματισμό δυο ακόμα προτάσεις: την εγκατάσταση δικτύου κεντρικής θέρμανσης στη μετασεισμική Βρίσα, με την αξιοποίηση της θερμικής ενέργειας των θερμοπηγών Πολιχνίτου και την ενεργειακή αυτονομία του νέου οικισμού με την εγκατάσταση στις στέγες (δημόσιων κτιρίων και οικιών) συσσωρευτών ηλιακής ενέργειας (φωτοβολταϊκών).

Και μη σπεύσουν κάποιοι να χαρακτηρίσουν τις παραπάνω προτάσεις ουτοπικές. Ουτοπικά είναι όσα βρίσκονται εκτός τόπου και χρόνου· όμως, εδώ και αρκετά χρόνια, υπάρχει στην Ελλάδα ένας πρότυπος ορεινός οικισμός (πρώην «τσομπανοχώρι») που καλύπτει, εξολοκλήρου, τις ενεργειακές του ανάγκες από ανανεώσιμες πηγές ενέργειας. Στην Ανάβρα της Μαγνησίας όλα αυτά έγιναν πραγματικότητα, χάρη σε έναν άνθρωπο, τον δήμαρχο Ανάβρας!

 

Γενική Ροή Ειδήσεων

PROUDLY POWERED BY CJ web | Copyright © 2017 {emprosnet.gr}
Made with love and a lot of coffee by CJ web, Creative web Journey