Βουλευόμενοι και όχι βολευόμενοι

31/12/2013 - 20:39

Ακούμε συχνά από κάποιους κυβερνητικούς βουλευτές ότι δυσκολεύονται να ψηφίσουν τα επώδυνα μέτρα που επιβάλλουν οι δανειστές της χώρας μας, διότι φοβούνται πως θα βρεθούν αντιμέτωποι με τους αγανακτισμένους συμπολίτες τους στην εκλογική τους περιφέρεια.

Ακούμε συχνά από κάποιους κυβερνητικούς βουλευτές ότι δυσκολεύονται να ψηφίσουν τα επώδυνα μέτρα που επιβάλλουν οι δανειστές της χώρας μας, διότι φοβούνται πως θα βρεθούν αντιμέτωποι με τους αγανακτισμένους συμπολίτες τους στην εκλογική τους περιφέρεια.

Κάποιος, μάλιστα, βουλευτής του κυβερνητικού κόμματος επικαλέστηκε, προσφάτως, ως λόγο της πολιτικής διαφοροποίησής του από τις θέσεις του κόμματός του, εκτός των άλλων, και την... «ένδοξη» προσωπική του ιστορία, η οποία - με κάποια καθυστέρηση - απέκτησε φωνή και τον απέτρεψε από την ψήφιση του «μνημονιακού» νομοσχεδίου!

Κατ’ αρχάς πρέπει να κατανοηθεί και να γίνει αποδεκτό ότι η έννοια του βουλευτή δεν έχει σχέση με το ρήμα βολεύομαι, αλλά προέρχεται από το ρήμα βουλεύομαι, που σημαίνει: σκέπτομαι κατ’ εμαυτόν, συσκέπτομαι και αποφασίζω περί του πρακτέου· όπερ συνεπάγεται ότι αναλαμβάνω και την ευθύνη της υλοποίησης των αποφάσεών μου.

Συνεπώς, ο βουλευτής δεν μπορεί «άφροντις» και «αβρόχοις ποσίν» να νέμεται τα αγαθά της εξουσίας, ούτε βεβαίως να «συναλλάσσεται» με τους πολίτες της εκλογικής του περιφέρειας ενστερνιζόμενος τις αρχές του εμπορίου, σύμφωνα με τις οποίες «ο πελάτης έχει πάντα δίκιο».

Tι μπορεί όμως να κάνει ο βουλευτής ο οποίος γίνεται δέκτης της λαϊκής αντίδρασης για τις αποφάσεις που λαμβάνει το κόμμα στο οποίο ανήκει, είτε είναι κυβερνητικό είτε αντικυβερνητικό; Την απάντηση την έχει δώσει ο αρχαίος φιλόσοφος Σωκράτης: «ή πείθεις ή πείθεσαι».

Όπερ σημαίνει ότι ο πολιτικός, εάν έχει πεισθεί για την αλήθεια και το δίκαιον που υποστηρίζει το κόμμα του, αναλαμβάνει τον παιδαγωγικό ρόλο που έχει εκ προορισμού ως επιστήμη η πολιτική: «το παρασκευάζειν όπως βέλτισται έσονται των πολιτών αι ψυχαί και διαμάχεσθαι λέγοντα τα βέλτιστα, είτε ηδίω είτε αηδέστερα έσται τοις ακούουσιν» (Πλάτωνος «Γοργίας»)*.

Και γι’ αυτό ένας τρόπος υπάρχει: να αποκαταστήσει, με κάθε τρόπο, την ομαλή διεξαγωγή του διαλόγου και να επιμείνει μέσα απ’ αυτόν να πείσει - στην προκειμένη περίπτωση, τους συμπολίτες της περιοχής του - για την αναγκαιότητα και τη σημασία των προτεινόμενων ή αποφασιζόμενων μέτρων και συγχρόνως να αποδείξει την ανεπάρκεια, την ανεδαφικότητα ή την επικινδυνότητα των προτάσεων, που προτείνονται από άλλους πολιτικούς οργανισμούς.

Και στην περίπτωση που δεν έχει πεισθεί ο ίδιος για την «αλήθεια» του δικού του κόμματος ή έχει προσχωρήσει στις απόψεις των αντιδρώντων; Τότε, ως έντιμος και υπεύθυνος πολίτης και πολιτικός, αφού εξάντλησε - ανεπιτυχώς - τη δύναμη της πειθούς που διαθέτει προκειμένου το κόμμα του να αναθεωρήσει τις αποφάσεις του, ή υποχωρεί και συντάσσεται με την πλειοψηφία των συναδέλφων του ή αποχωρεί από το κόμμα του παραιτούμενος και από το βουλευτικό του αξίωμα.

Αυτό που παρατηρείται στην ελληνική πολιτική σκηνή, να ανεξαρτητοποιούνται βουλευτές που διαφωνούν με τα κόμματά τους και να διατηρούν τη βουλευτική τους έδρα αποτελεί, πέραν της πολιτικής ανεντιμότητας - διότι οικειοποιούνται μια έδρα που ανήκει στο κόμμα τους -, και αντιδημοκρατική ενέργεια, διότι με αυτόν τον τρόπο αλλοιώνεται η βούληση του λαού, ο οποίος πρωτίστως επιλέγει το κόμμα και δευτερευόντως τα πρόσωπα που θα τον αντιπροσωπεύσουν στο Κοινοβούλιο.

Με την ανεξαρτητοποίηση, τη σύμπραξη ή τη μεταπήδηση σε άλλο κόμμα (αποστασία) των βουλευτών επικρατούν, τελικά, οι προσωπικές πολιτικές και υποβαθμίζεται ο ρόλος των κομμάτων, τα οποία στα δημοκρατικά καθεστώτα αποτελούν τους βασικούς πυλώνες για την ομαλή λειτουργία του δημοκρατικού πολιτεύματος.

Υπάρχει, όμως, και το επιχείρημα πως η διαλεκτική αντιπαράθεση των αντιτιθέμενων ιδεολογικών θέσεων δε διέπεται στις μέρες μας από τις αρχές του πολιτικού πολιτισμού και ότι πολλές φορές όσοι τολμούν να προβάλλουν μέσω του διαλόγου τη δική τους διαφορετική άποψη, αντιμετωπίζουν την υβριστική και βίαιη συμπεριφορά εκ μέρους των φανατικών οπαδών του αντίπαλου κόμματος ή εκ μέρους των πολιτών εκείνων στους οποίους η κατάρρευση της οικονομικής τους θέσης και τα πληγέντα συμφέροντα έχουν προκαλέσει και την απώλεια του λογικού τους ελέγχου.

Σ’ αυτή την περίπτωση, η προσπάθεια να αποκατασταθεί ο δημοκρατικός διάλογος είναι όχι μόνο μάταιη, αλλά και θέτει, ενίοτε, σε κίνδυνο τη σωματική ακεραιότητα όσων επιμένουν... δημοκρατικά. Δικαιολογείται, λοιπόν, υπό αυτές τις συνθήκες η άτακτη υποχώρηση και η εγκατάλειψη του πεδίου της ελεύθερης διακίνησης των ιδεών στους οπαδούς της επιβολής, διά της βίας, των δικών τους απόψεων;

Σ’ αυτή την περίπτωση, επειδή προσβάλλονται βασικές αρχές του δημοκρατικού πολιτεύματος και του δημοκρατικού τρόπου της ζωής των πολιτών, και ειδικότερα η ελεύθερη έκφραση της γνώμης και η προβολή χωρίς περιορισμούς όλων των απόψεων και της «αλήθειας» του κάθε πολίτη, επιβάλλεται η παρέμβαση των θεσμοθετημένων οργάνων της πολιτείας για την προστασία, τόσο των δικαιωμάτων της πλειοψηφίας, όσο και της μειοψηφίας, τόσο εκείνων που διαμαρτύρονται και αγανακτούν για τις κυβερνητικές αποφάσεις, όσο και εκείνων που θεωρούν ότι αυτές υπηρετούν αδήριτες ανάγκες. Και επειδή η άσκηση αυτών των δικαιωμάτων είναι δυνατή μόνο σε συνθήκες ελευθερίας, ειρήνης και ισοτιμίας, αυτές τις συνθήκες μπορεί να εγγυηθεί, ως θεσμικά υπεύθυνη η ανεξάρτητη Δικαιοσύνη.

Μπορούν, επίσης, να συμβάλουν προς αυτή την κατεύθυνση σημαντικά και τα Μέσα Μαζικής Ενημέρωσης, παρέχοντας ελεύθερο βήμα, για να ακούγονται όλες οι απόψεις, με τη διασφάλιση, βέβαια, της σοβαρότητας των συζητήσεων και του αλληλοσεβασμού των διαλεγομένων.

Πρωτίστως, όμως, οι βουλευόμενοι βουλευτές, εκτός από το καφενείο του χωριού τους, με το όχι τόσο φιλικό ακροατήριο, έχουν ένα ευρύτερο πεδίο για να διδάξουν τους κανόνες τού διαλέγεσθαι και να πείσουν και τους απλούς πολίτες για την αξία της... ακροαματικής διαδικασίας, για τη σημασία τού «μηδενί δίκην δικάσεις πριν αμφοίν μύθον (λόγον) ακούσεις», για να τους παραδειγματίσουν με το υψηλό, το δικό τους παράδειγμα, αναπτύσσοντας από το βήμα της Βουλής, με σοβαρότητα και λογική επιχειρηματολογία, τις απόψεις τους για τα κρίσιμα θέματα που απασχολούν την κοινωνία, για να νομοθετήσουν με δικαιοσύνη, με ευαισθησία αλλά και με τόλμη· δυστυχώς, όμως, εκεί διαπιστώνεται, συχνά, χάσκουσα η απουσία τού βουλεύεσθαι, ενώ, αντιθέτως, είναι πληθωρική η παρουσία της ανούσιας συνθηματολογίας και της μωρολογίας των μειρακίων της πολιτικής.

Μήπως, λοιπόν, εκεί στα χωριά μας κάποιοι δε σέβονται και δε θέλουν να ακούσουν τους βουλευτές τους, γιατί δεν έχουν πεισθεί για τη σοβαρότητα, γενικά, των πολιτικών;

* Να παίρνει τα κατάλληλα μέτρα για να γίνουν ευγενέστεροι ψυχικά οι πολίτες και να αγωνίζεται λέγοντας τα καλύτερα, ανεξάρτητα εάν αυτά είναι ευχάριστα ή δυσάρεστα σ’ αυτούς που τον ακούνε.

Γενική Ροή Ειδήσεων

PROUDLY POWERED BY CJ web | Copyright © 2017 {emprosnet.gr}
Made with love and a lot of coffee by CJ web, Creative web Journey