Άνοιξα λογαριασμούς κι απόψε…

22/05/2012 - 14:15

Συμβαίνει, κάποιες φορές, να θέλεις να αδειάσεις από μέσα σου όλες τις έγνοιες που συμμαζεύονται και βασανίζουν τα σωθικά σου. Και πώς γίνεται να μην έχει έγνοιες κανείς, όταν καθημερινά δεν υπάρχει τρόπος, με τα όσα συμβαίνουν γύρω μας - όσο άσχετος και να είσαι, όσο κι αν θέλεις να μη δίνεις σημασία -, να αποφύγεις αυτό το φόρτωμα που σε αναγκάζουν να επωμίζεσαι.

Συμβαίνει, κάποιες φορές, να θέλεις να αδειάσεις από μέσα σου όλες τις έγνοιες που συμμαζεύονται και βασανίζουν τα σωθικά σου. Και πώς γίνεται να μην έχει έγνοιες κανείς, όταν καθημερινά δεν υπάρχει τρόπος, με τα όσα συμβαίνουν γύρω μας - όσο άσχετος και να είσαι, όσο κι αν θέλεις να μη δίνεις σημασία -, να αποφύγεις αυτό το φόρτωμα που σε αναγκάζουν να επωμίζεσαι. Κι αυτό σιγά-σιγά γίνεται βάρος ασήκωτο, καταλαμβάνει, όλο και πιο πολύ, το λίγο χώρο που έχεις αφήσει μέσα σου για να τον χαίρονται οι ξεγνοιασιές… Ποιες ξεγνοιασιές, θα μου πείτε. Πόσοι τις έχουν; Και να τις έχεις, τώρα δε σε αφήνουν οι «εξωτερικοί παράγοντες» να τις χαρείς.

Στη χαμένη πλέον θαλπωρή των όμορφων στιγμών μας, δεσμώτες μιας άθλιας επαναλαμβανόμενης καθημερινότητας, πιάνω τον εαυτό μου να ζητιανεύει στιγμές μοναξιάς και στο μυαλό μου να στριφογυρίζουν οι στίχοι από ένα καινούργιο τραγούδι, που ταιριάζουν με την κατάσταση. «Στο καφέ του χαμένου χρόνου». Μαχαιρίτσας και Ανταμό επιστρέφουν μια μέρα αδιέξοδη, σκληρή, στο καφέ της ξενοιασιάς, να συναντήσουν την παρέα, γιατί εκεί τότε, με παλιά γεμάτη τσέπη και γραμμένα στα παλιά τους παπούτσια του κόσμου τα «πρέπει», τα «θέλω», τα «μη»…, έτσι το λένε, στις μέρες της χαράς είχε μείνει η ψυχή τους. Αυτήν ψάχνουμε, όλοι.

Κάτι τέτοιες στιγμές, στα στενάχωρά μου, έπαιρνα από τη βιβλιοθήκη μου κάτι βιβλία με ποιήματα, τα άνοιγα και στις σελίδες τους έβρισκα το «κάτι» που χρειαζόμουν για να αμυνθώ.

Χανόμουν ανάμεσα σε στίχους, ξέροντας πως στο τέλος σ’ αυτούς θα ‘βρισκα την απάντηση για να αντιμετωπίσω την αγριάδα του κόσμου… Μ’ εκείνη την αδιόρατη ενοχή που νιώθεις όταν αλλού ψάχνεις στηρίγματα να κρατηθείς, οι στίχοι αγαπημένων ποιητών έτειναν χέρι βοήθειας και με το θρόισμά τους μ’ αγκάλιαζαν γλυκαίνοντας τη μοναξιά. Είχα διαβάσει πρόσφατα - τα κράτησα και τώρα βλέπω πόσο σωστά είναι - τούτα τα λόγια του ποιητή Γιάννη Ευθυμιάδη: «Η ποίηση είναι σχέση ανάμεσα σε δύο μοναξιές: αυτή του ποιητή και εκείνη του αναγνώστη». Μια γλυκιά μοναξιά που μερώνει τον άγριο χρόνο.

Έτσι κι απόψε, άφησα τις σκέψεις μου να πετάξουν. Να παν’ να βρουν τις όμορφες στιγμές μου. Ήθελα να τις ξαναζήσω… Να τις χαρώ. Να τις μετρήσω. Να δω τα σημάδια που μου ‘χουν αφήσει. Κι αυτές, ελεύθερες πια, γυρόφερναν δίπλα στο φεγγάρι, ανάμεσα στ’ ουρανού τα σύννεφα, σα λευκές φιγούρες γλάρων, να παίζουν με τη ματαιοδοξία τους και να τσιμπολογάνε τα όνειρα των ονείρων… Κι απόμεινα μόνος, με όνειρα ζωντανά, ν’ ανοίγω και πάλι λογαριασμούς με τις μνήμες.

Είναι που κάποια πράγματα μου έχουν γίνει πλέον συνήθεια. Είναι που το έχω ανάγκη για κάποιες στιγμές να καλύπτω τις επιθυμίες μου. Τι νομίζετε πως περισσεύει από τα χρόνια μας… Οι μνήμες απομένουν. Αυτές ζεσταίνουν τη σκέψη και της δίνουν το λόγο.

Ανέκαθεν οι μνήμες ήταν συνταξιδιώτισσες στα όνειρα, συνοδοιπόροι μου στα δύσκολα, συγκάτοικοι στα καταφύγια της σκέψης. Γεμάτες ασφυκτικά οι γωνιές του σκουριασμένου μυαλού μου από δαύτες. Χρόνια με συντροφεύουν… χωρίς αντάλλαγμα. Μαζί τους ζω. Δεν τις αφήνω να ξεθωριάσουν. Τις προσέχω, τις ταΐζω, όπως ταΐζεις ένα αγαπημένο κατοικίδιο. Ακόμα κι όταν πάω να τις κοντέψω, περνώ ανάμεσά τους αθόρυβα, στα δάχτυλα, που λένε, σιγανά, μη τυχόν και τις τρομάξω. Και… μου χαθούν.

Γενική Ροή Ειδήσεων

PROUDLY POWERED BY CJ web | Copyright © 2017 {emprosnet.gr}
Made with love and a lot of coffee by CJ web, Creative web Journey