Ο γνωστός σκηνοθέτης Βαγγέλης Θεοδωρόπουλος μιλά για το θέατρο, την κρίση, το προσφυγικό και τη Λέσβο της αλληλεγγύης, τη σχέση του με τη Μυτιλήνη

«Στο θέατρο εμβαθύνουμε τη σχέση με τον εαυτό μας και τα πράγματα»

19/02/2016 - 18:54

Συνάντησα το Βαγγέλη Θεοδωρόπουλο, έναν από τους καλύτερους θεατρανθρώπους μας, ιδρυτή και καλλιτεχνικό διευθυντή του Θεάτρου του Νέου Κόσμου, στο Δημοτικό Θέατρο της Μυτιλήνης λίγη ώρα πριν ξεκινήσει η παράσταση της «Σταματίας», την οποία σκηνοθετεί αποσπώντας ύμνους και βραβεία.

Συνάντησα το Βαγγέλη Θεοδωρόπουλο, έναν από τους καλύτερους θεατρανθρώπους μας, ιδρυτή και καλλιτεχνικό διευθυντή του Θεάτρου του Νέου Κόσμου, στο Δημοτικό Θέατρο της Μυτιλήνης λίγη ώρα πριν ξεκινήσει η παράσταση της «Σταματίας», την οποία σκηνοθετεί αποσπώντας ύμνους και βραβεία. Βρέθηκε στη Μυτιλήνη στο πλαίσιο του εξαιρετικού Θεατρικού Φεστιβάλ που πραγματοποιείται αυτές τις μέρες με μεγάλη επιτυχία.


Δήλωσε ενθουσιασμένος με το νησί, το οποίο το αισθάνεται και δικό του μια και τον συνδέουν στενοί δεσμοί καταγωγής και συγγένειας, αλλά και με το θεατρόφιλο λεσβιακό κοινό και τους ανθρώπους που ασχολούνται με το ερασιτεχνικό θέατρο.
Συζητήσαμε μέχρι να χτυπήσει το κουδούνι και συνεχίσαμε την κουβέντα μετά την παράσταση. Φιλικός, προσηνής, πολύ ευγενικός, με βαθιά γνώση του θεάτρου, στέλνει τα χαιρετίσματα του σε όλους τους Λέσβιους και υπόσχεται να ξανάρθει σύντομα για ένα σεμινάριο με την Ένωση των θεατρικών σωματείων.

 

Ποιες είναι οι εντυπώσεις σας από τη σύντομη επίσκεψή σας στη Μυτιλήνη με αφορμή την παράσταση της «Σταματίας»;


«Την πρώτη μέρα ήμασταν κλεισμένοι στο θέατρο για να στήσουμε την παράσταση. Ο χώρος είναι όμορφος, έχει καλή σκηνή, άρτια τεχνική υποδομή, και μπορέσαμε να κάνουμε καλούς φωτισμούς. Επίσης, η αμφιθεατρική του κατασκευή εξυπηρετεί την επαφή των θεατών με τη σκηνή, παρά τη μεγάλη χωρητικότητα του θεάτρου. Τη δεύτερη μέρα, που είχα ελεύθερο χρόνο, επισκέφτηκα τους συγγενείς μου στην Καλλονή και πήγα στη Σκάλα Συκαμιάς. Περισσότερο ήρθα σε επαφή με τους Έλληνες εθελοντές. Κάποιοι από αυτούς πήγαν για λίγες μέρες κι έχουν μείνει μήνες εκεί. Το βρίσκω συγκλονιστικό. Η Σκάλα είναι ζωντανή, λες και είναι καλοκαίρι. Αυτό το ένιωσα και στη Μυτιλήνη. Νιώθω περήφανος ως λίγο Μυτιληνιός (το σόι του πατέρα μου, πρόσφυγες από την Κωνσταντινούπολη, έμειναν όλοι στην Καλλονή), που το νησί υποδέχεται σήμερα υποδειγματικά τους νέους πρόσφυγες. Αξίζει, και θα είναι μάθημα για όλο τον κόσμο, να πάρουν το Νόμπελ Ειρήνης. Επειδή όμως η ξενοφοβία καραδοκεί, δεν πρέπει να εφησυχάζουμε: τοπική αυτοδιοίκηση, τοπικά ΜΜΕ, δάσκαλοι, οργανώσεις πρέπει να εντείνουν τις προσπάθειές τους ώστε η Λέσβος να μείνει ως το τέλος φωτεινό παράδειγμα αλληλεγγύης».

 

Το κοινό της Μυτιλήνης καταχειροκρότησε την παράστασή σας, όπως ακριβώς γίνεται στην Αθήνα τα δυο χρόνια που παίζεται. Τι είναι αυτό που έκανε το συγκεκριμένο έργο τέτοια επιτυχία και τόσο αγαπητό στους θεατές;


«Οι θεατές ταυτίζονται με αυτό το πρόσωπο, όσο παλαιών αρχών κι αν είναι, γιατί ο καθένας αναγνωρίζει στη Σταματία, γυναίκες από το οικογενειακό (και όχι μόνο) περιβάλλον του, που τον έχουν καταπιέσει με τις εμμονές αλλά και την αγάπη τους. Ταυτόχρονα, μέσα από την αφήγηση της Σταματίας, ζωντανεύει μια ολόκληρη περίοδος, το δεύτερο μισό του 20ού αιώνα, τα ήθη και οι νοοτροπίες της εποχής, με φόντο τα ιστορικά γεγονότα. Αλλά ο μεγαλύτερος παράγοντας επιτυχίας της παράστασης είναι η ερμηνεία της Ελένης Ουζουνίδου, που είναι σπουδαία ηθοποιός και ιδανική γι’ αυτό το ρόλο».

 

Διάβασα σε μία κριτική για τη σκηνοθεσία σας στη «Σταματία», ότι σας πάνε καλύτερα τα ελληνικά έργα σε σχέση με τα ξένα. Είναι έτσι;


«Βεβαίως αναζητούμε ελληνικά έργα, αλλά δεν τα βρίσκουμε πάντα. Είναι μια μεγάλη συζήτηση αυτή. Ωστόσο και με τα σύγχρονα ξένα έργα έχω την αίσθηση ότι μιλάμε για τη δική μας πραγματικότητα, όπως με τα κλασικά έργα μιλάμε για το τώρα. Εγώ πάντως αισθάνομαι εξίσου καλά και με τα ξένα έργα».

Θεατρική διαδρομή

 

Πώς αποφασίσατε να ασχοληθείτε με το θέατρο και ειδικότερα με τη σκηνοθεσία;


«Εργάστηκα μια 15ετία ως ηθοποιός και παράλληλα ήμουν υπεύθυνος για το θεατρικό τμήμα της Φοιτητικής Εστίας του Πανεπιστημίου Αθηνών (απ’ όπου πέρασαν και παιδιά από τη Μυτιλήνη). Νομίζω ότι εκεί, μέσα από την ενασχόλησή μου με το ερασιτεχνικό θέατρο, άρχισαν να φαίνονται οι όποιες ικανότητές μου στη σκηνοθεσία. Να πω εδώ ότι το ερασιτεχνικό θέατρο είναι το μεγάλο φυτώριο για το επαγγελματικό, όχι μόνο για τους ηθοποιούς αλλά και για τους σκηνοθέτες, σκηνογράφους κτλ.. Όταν λοιπόν μου δόθηκαν οι πρώτες ευκαιρίες επαγγελματικής σκηνοθεσίας, συνειδητοποίησα ότι αυτό μου ταιριάζει πιο πολύ και δεν άργησα να αφοσιωθώ ολοκληρωτικά στη σκηνοθεσία, εγκαταλείποντας την υποκριτική, που πάντως μου στάθηκε πάντα πολύ χρήσιμη στην επικοινωνία μου με τους ηθοποιούς».

 

Με ποια κριτήρια επιλέγετε τα έργα που σκηνοθετείτε;


«Με ενδιαφέρουν τα έργα που έχουν να πουν κάτι για το σήμερα. Το επόμενο έργο που θα ανεβάσω λέγεται “Λαμπεντούζα”. Το νησί στην Ιταλία που μας ήταν τελείως άγνωστο ως την ώρα που άρχισε να δέχεται τεράστια κύματα προσφύγων. Είναι γραμμένο από Εγγλέζο. Θα μπορούσε να είναι γραμμένο από Έλληνα και το νησί να είναι η Λέσβος».

 

Στην επιτυχία ενός ηθοποιού, τι βαραίνει περισσότερο: οι σπουδές και η σκληρή δουλειά ή το έμφυτο ταλέντο;


«Όλα μαζί απαραιτήτως. Και να μη χάνεις την επαφή με την κοινωνία».

Έχετε ασχοληθεί με το αρχαίο δράμα και έχετε ανεβάσει παραστάσεις στην Επίδαυρο. Ποια είναι η άποψη σας σχετικά με τον τρόπο προσέγγισης αυτών των κειμένων; Είναι θεμιτοί οι μοντερνισμοί στη σκηνοθεσία και στα κουστούμια;
«Όλα είναι θεμιτά, αλλιώς θα πλήτταμε θανάσιμα. Το θέατρο κατ’ ανάγκην ακολουθεί την αισθητική της εποχής του, κι αυτό βοηθάει να έρθουμε κοντά στα νοήματα του έργου. Όπως ακριβώς η μετάφραση μάς βοηθάει να καταλάβουμε μια νεκρή γλώσσα. Έχει ιδιαίτερες απαιτήσεις το αρχαίο δράμα, με τον ποιητικό λόγο και την παρουσία του χορού, που πρέπει να δεις τι τον κάνεις».

Ερασιτεχνικό θέατρο

 

Όσοι ασχολούνται με το ερασιτεχνικό θέατρο, τι θα πρέπει να επιδιώκουν και τι να αποφεύγουν κατά τη γνώμη σας;


«Να επιδιώκουν τη χαρά του παιχνιδιού και της δημιουργίας και να μην πέφτουν στην παγίδα να συγκρίνουν το ερασιτεχνικό με το επαγγελματικό θέατρο. Το ίδιο ισχύει για τους επαγγελματίες: δεν πρέπει να υποτιμούν το ερασιτεχνικό. Είναι δύο διαφορετικά πράγματα, που έχουν μια κοινή βάση: την αγάπη για το θέατρο. Περισσότερα, όμως θα ήθελα να πω σε μια συζήτηση με τα ερασιτεχνικά σχήματα του νησιού. Θέλω πολύ να ξανάρθω στη Μυτιλήνη μας».

 

Στις μέρες αυτής της μεγάλης και πολυεπίπεδης κρίσης που διέρχεται η χώρα μας, το θέατρο τι μπορεί να προσφέρει;


«Περισσότερα απ’ όσα προσφέρει στους καλούς καιρούς. Το θέατρο θέτει με καλλιτεχνικούς όρους, ερωτήματα, αποφεύγοντας να δίνει απαντήσεις. Είναι αντίδοτο στην κατήφεια και στην αποξένωση: η πολιτική του διάσταση, εκτός των άλλων, είναι το κοινό που συγκεντρώνεται σ’ ένα χώρο να δει, να προβληματιστεί, να μοιραστεί με τους άλλους μια παράσταση. Η ζωντανή σχέση σκηνής - πλατείας είναι που κάνει να διαφέρει το θέατρο από το σινεμά. Η υπεροχή του θεάτρου. Γι’ αυτό και στις δύσκολες εποχές, όπως αυτή που ζούμε, τα θέατρα πηγαίνουν καλά. Το έζησα στην πράξη και στη Μυτιλήνη, ιδιαίτερα τη δεύτερη μέρα, που είχε πάρα πολύ κόσμο, από τη φήμη που κυκλοφόρησε στόμα με στόμα μετά την πρώτη παράστασή μας. Που σημαίνει ότι η ζωντανή σχέση του κοινού με την παράσταση συνεχίζεται και μετά το κλείσιμο της αυλαίας. Στο θέατρο εμβαθύνουμε τη σχέση με τον εαυτό μας και τα πράγματα. Κι αυτό έχει μεγάλη σημασία σε εποχές όπου όλα περιπλέκονται και οι ευθύνες του καθενός μας αυξάνονται».

 

Γενική Ροή Ειδήσεων

PROUDLY POWERED BY CJ web | Copyright © 2017 {emprosnet.gr}
Made with love and a lot of coffee by CJ web, Creative web Journey