«Στη ζωή μου προχώρησα επιδιώκοντας πάντα την ουσία…»

01/07/2012 - 05:56
Η τωρινή πρόεδρος της «Λεσβιακής Παροικίας», η γνωστή ζωγράφος της Λέσβου Καίτη Μεσσηνέζη, έχει να μοιραστεί μαζί μας πολλές αναμνήσεις, τόσο από τη Λέσβο, όσο και από τους ανθρώπους της Τέχνης.
Το «Ε» με τη ζωγράφο και πρόεδρο της «Λεσβιακής Παροικίας», Καίτη Μεσσηνέζη

Με το «Ε» σήμερα, η γνωστή ζωγράφος της Λέσβου Καίτη Μεσσηνέζη. Από την Αθήνα όπου κατοικεί και δραστηριοποιείται, μας μιλάει για τα πρώτα της βήματα στη ζωγραφική και τη δεύτερη μεγάλη της αγάπη, το θέατρο, για τις σπουδές στην Ανωτάτη Σχολή Καλών Τεχνών και το εργαστήριο του Γιάννη Μόραλη, αλλά και για τη σπουδαία σταδιοδρομία που ακολούθησε έκτοτε. Η τωρινή πρόεδρος της «Λεσβιακής Παροικίας» έχει να μοιραστεί μαζί μας πολλές αναμνήσεις, τόσο από τη Λέσβο, όσο και από τους ανθρώπους της Τέχνης που γνώρισε μέσα από τη δουλειά της. Και συνεχίζει, πάντοτε ακούραστη και δημιουργική, να προσφέρει όσο μπορεί στον τόπο της…

Η Καίτη Μεσσηνέζη γεννήθηκε στο Ακρωτήρι της Μυτιλήνης, από μητέρα Μικρασιάτισσα, την Ελένη Βαξεβανέλλη, και πατέρα Μυτιληνιό, το Σταύρο Μεσσηνέζη.
Αν και συνέπεσαν με το διάστημα της γερμανικής κατοχής, τα παιδικά της χρόνια ήταν ήρεμα. Τη μεγάλωσαν η «καλή της γιαγιά», η Σοφία, μητέρα του πατέρα της, με παραμύθια που «ξυπνούσαν τη φαντασία της», η μητέρα της με τα τραγούδια της, την εργατικότητα και την αφοσίωση στην οικογένεια κι ο πατέρας της, παράδειγμα της τιμιότητας, της δικαιοσύνης και της αγάπης. «Μεγάλωσα και μέστωσα σε μια γειτονιά όπου ο σεβασμός, η εκτίμηση, η αλληλεγγύη και η αγάπη συνέδεαν αυτούς του υπέροχους ανθρώπους, πάντα και στις χαρές και στις λύπες», θυμάται η Καίτη Μεσσηνέζη. «Εμείς, τα παιδιά τους, τώρα πια από διαφορετικά σημεία, συνεχίζουμε να θυμόμαστε, να νοσταλγούμε τη ζωή στην παλιά μας γειτονιά, την Αγιά Κατερίνα στην Κουλμπάρα, και να φέρνουμε τους γονείς μας στη μνήμη μας με αγάπη.»
Ο δυναμισμός, η δημιουργική διάθεση και το οργανωτικό πνεύμα της μητέρας της, σε συνδυασμό με το μειλίχιο και ήρεμο χαρακτήρα του πατέρα της, επέδρασαν ανάλογα στο χαρακτήρα της μικρής Καίτης. Και μπορεί με τον αδελφό της το Θόδωρο να μη θυμάται ιδιαίτερη παιδική ζωή, αφού τα 10 χρόνια που τους χώριζαν δημιουργούσαν ξεχωριστά ενδιαφέροντα στον καθέναν, ο ίδιος ήταν και παραμένει ωστόσο πάντα το κέντρο της αγάπης και του θαυμασμού της, για το χαρακτήρα και τις δραστηριότητές του. «Οι γονείς μου, λοιπόν, το φωτεινό παράδειγμα στη ζωή μου», συνεχίζει η Καίτη Μεσσηνέζη. «Οι αξέχαστοι δάσκαλοι και οι καθηγητές μου αργότερα, με παρατηρήσεις και νουθεσίες, διαμόρφωσαν το χαρακτήρα μου. Έτσι, ξεκίνησα τη ζωή μου στον κόσμο με πιο πολλά εφόδια...»


Σε ομαδική έκθεση στη Λέσβο, με τους Ζαφειράκη, Γρημάνη, Λολοσίδη και Σαλβαρλή (αριστερά). Με τους Αναστασέλλη, Χατζηαναγνώστου, Δαράκη, Θεοφίλου και Αργύρη, στον Πύργο «Χρυσώ», στη Θερμή (δεξιά)

Θέατρο και ζωγραφική

Με τα χρώματα είχε πολύ καλή σχέση ήδη από μικρή, παίζοντας με τις κηρομπογιές, όπως σχεδόν όλα τα παιδιά. Στα 12 χρόνια της γράφτηκε με αλληλογραφία στη γαλλική Σχολή ABC, μέσω της οποίας απέκτησε την πρώτη ολοκληρωμένη και σωστή σχέση με τη ζωγραφική. Τελείωσε τη Σχολή με ιδιαίτερο έπαινο για την επίδοσή της, με καθηγητή το ζωγράφο Φάνη Γαλανό.
Παράλληλα, ήρθε και το θέατρο. Ήδη από μικρή συμμετείχε σε σχολικές παραστάσεις, στη συνέχεια ανέβηκε στο «σανίδι» του «Ορφέα» με έργα Λεσβίων συγγραφέων και αργότερα, μαζί με το φίλο της Νίκο Περέλλη - σημερινό ηθοποιό και γνωστό σκηνοθέτη -, αλλά και άλλους ταλαντούχους φίλους της, έπαιξε σε έργα των Ψαθά, Ο’Νηλ και άλλων γνωστών συγγραφέων.
Λίγο αργότερα, μέσω της Χορωδίας Μυτιλήνης, που τότε μεσουρανούσε, της δόθηκε μια διέξοδος στο τραγούδι και στο θέατρο, που υπεραγαπούσε.
Το ίδιο διάστημα, μετά από πρόταση του «αξέχαστου και προικισμένου στην τέχνη του θεάτρου», όπως η ίδια τον αποκαλεί, Αλέκου Πεσματζόγλου, βρέθηκε να συμμετέχει στο Θεατρικό Όμιλο «Το Μπουρίνι», που εκείνη την εποχή είχε έντονη θεατρική δράση και αντιπροσώπευε την Ελλάδα, επί σειρά ετών και κάθε τέσσερα χρόνια, στο Διεθνές Φεστιβάλ Ερασιτεχνικού Θεάτρου στο Μονακό.

Σε συμμετοχή της ομάδας στο Φεστιβάλ το 1961, η Καίτη Μεσσηνέζη συμπρωταγωνίστησε στο έργο «Ο Αγαπητικός της Βοσκοπούλας», ενώ επιμελήθηκε και τα σκηνικά, που απέσπασαν τιμητική διάκριση.
Η θεατρική της δραστηριότητα σταμάτησε τη χρονιά εκείνη, το τραγούδι όμως και η κιθάρα που έμαθε κοντά στον καλό της δάσκαλο Νίκο Μυρογιάννη, στη Χορωδία Μυτιλήνης, τη συντροφεύουν ακόμα και σήμερα.
Ήταν και η περίοδος που της δόθηκε η ευκαιρία να διαθέσει περισσότερο χρόνο στη ζωγραφική. Ο Μυτιληνιός σκιτσογράφος Γιώργος Κακαδέλλης τής προσέφερε γνώσεις σχεδίου και της εμπιστεύτηκε περιοδικά του Ροταριανού Ομίλου για να τα φιλοτεχνήσει. Παράλληλα, η Σίτσα Καραϊσκάκη τής ανέθεσε την εικονογράφηση ποιητικής της συλλογής. Το 1959 συμμετείχε στην πρώτη της ομαδική έκθεση ζωγραφικής, με τους Δημήτρη Γρημάνη και Γιώργο Λολοσίδη, στο τουριστικό περίπτερο Μυτιλήνης, ενώ ακολούθησε και η πρώτη ατομική της έκθεση, στον ίδιο χώρο.


Με το Νικηφόρο Βρεττάκο, σε έκθεσή της στην Κατερίνη (αριστερά). Με τον Τάκη Χατζηαναγνώστου, σε εκδρομή της «Λεσβιακής Παροικίας» στην Επίδαυρο (δεξιά)

Οι σπουδές στην Αθήνα

Κάθε καλοκαίρι που πήγαινε στο Μόλυβο, η Καίτη Μεσσηνέζη ζωγράφιζε συνεχώς. Εκεί γνωρίστηκε με τον ποιητή και λογοτέχνη Μήτσο Τσιάμη, που της συμπαραστάθηκε με τη φιλία και τα κείμενά του και συνετέλεσε ώστε να γίνει περισσότερο γνωστή η προσπάθεια που έκανε, αλλά και με τη συμπατριώτισσά της, ζωγράφο Μαριανθούλα Σούγιουλτζη και τον αναγνωρισμένο πια, αλλά «πολύ απλό και συνεργάσιμο άνθρωπο», Σπύρο Βασιλείου. Ο ίδιος τής πρότεινε να πάει κοντά του στην Αθήνα, ως βοηθός, κάτι πολύ δύσκολο για την ίδια εκείνη την εποχή.
«Τότε, λειτουργούσε στο Μόλυβο παράρτημα της Σχολής Καλών Τεχνών με καθηγητή το χαράκτη Γραμματόπουλο κι εγώ, όλο από κοντά μαζί με τους φοιτητές, σιγά - σιγά είχα μισοπάρει την απόφασή μου», θυμάται σήμερα. «Η Αθήνα ήταν το λιμάνι των γνώσεων. Εκείνη την εποχή, όμως, δεν υπήρχε η σημερινή ελευθερία κινήσεων, ειδικά των κοριτσιών. Έτσι, για να μάθω κάτι περισσότερο, έπρεπε να μετακομίσουμε οικογενειακώς στην Αθήνα. Πώς ν’ αφήσεις όμως τον τόπο που γεννήθηκες, τη ζωή, τις αναμνήσεις, τις αγάπες τις νεανικές πίσω; Σε πιο άγνωστο οδηγούσε η απόφαση αυτή; Οι αμφιβολίες, οι αγωνίες, τα ερωτήματα και τέλος η μεγάλη απόφαση. Θα γίνει, και ο Θεός βοηθός, όπως πάντα. Κι έγινε! Το 1963 στην Αθήνα...»


Με το Λυκούργο Καλλέργη, σε εκδήλωση για τα 100 χρόνια του Γιάννη Ρίτσου (αριστερά). Κατασκευάζοντας βοτσαλωτά στη Θερμή (2010) (δεξιά)

Στο Φροντιστήριο Σχεδίου του Πάνου Σαραφιανού έγινε η αρχή. Αργότερα, ξεκίνησε με πολύ κουράγιο στο πρωινό Τμήμα Προκαταρκτικών της Ανωτάτης Σχολής Καλών Τεχνών, ενώ ακολούθησε η μαθητεία στο εργαστήριο του Γιάννη Μόραλη, για σχέδιο και χρώμα. Με την ίδια διάθεση παρακολούθησε στη συνέχεια και το Τμήμα Γραφιστικής στη Σχολή Δοξιάδη.
Καθώς οι ανάγκες και τα έξοδά της άρχισαν να αυξάνονται, ήταν πλέον απαραίτητο να βρει μια εργασία. Ξεκίνησε να διακοσμεί τα βράδια τις βιτρίνες των καταστημάτων «Κατράντζος Σπορ», κάτι που εκτός από πολύ κουραστικό, ήταν και μια μεγάλη πίεση. Κατάφερε, όμως, να τα βγάλει πέρα.
«Στο διάστημα αυτό, μου συμπαραστάθηκε ιδιαίτερα ο καθηγητής μου, Αλεβίζος Τάσσος, εξαίρετος άνθρωπος και χαράκτης. Μ’ έμαθε να βλέπω, να ξεχωρίζω και να αξιολογώ τα θέματά μου. Επίσης, ο Αμερικανός ζωγράφος Schöner, καθηγητής μου και αυτός στο “Δοξιάδη”, ο οποίος με μύησε στα μυστικά της ακουαρέλας που τόσο αγάπησα», λέει η Καίτη Μεσσηνέζη. «Όμως, και οι “άνθρωποι του μόχθου”, οι ψαράδες, οι αγρότες, οι παραδοσιακοί μαστόροι μας, που συναναστράφηκα και ζωγράφισα, μου έδωσαν ίσως και περισσότερα, και για όλους έχω ένα μεγάλο “ευχαριστώ”. Οι γνώσεις, αλλά περισσότερο ο τρόπος που επικοινωνεί κανείς, είναι αυτό που αφήνει διδάγματα και γεμίζει την ψυχή ευφορία.»


Με το «Μπουρίνι», στο Διεθνές Φεστιβάλ Ερασιτεχνικού Θεάτρου στο Μονακό (1961) (αριστερά). Παίζοντας σε σχολική θεατρική παράσταση (δεξιά)

Επαγγελματική σταδιοδρομία και εκθέσεις
Τελειώνοντας αυτές τις σπουδές της, βρήκε αμέσως εργασία σε μια διαφημιστική εταιρεία, όπου γνώρισε τον άνθρωπο που έδωσε ξεχωριστό νόημα στη ζωή της, το Θόδωρο Πλατσή. Παντρεύτηκαν το 1968 και απέκτησαν δυο αγόρια, το Θανάση και το Σταύρο, που τους χάρισαν τρία αξιολάτρευτα εγγόνια, τη Μυρτώ, το Θοδωρή και τη Σοφία.
Μαζί με το Θόδωρο Πλατσή άνοιξαν ένα δημιουργικό γραφείο, συνέχεια του οποίου είναι σήμερα το δημιουργικό γραφείο και οι εκδόσεις «Αστερίας» των παιδιών τους.
Ως γραφίστρια, η Καίτη Μεσσηνέζη εικονογράφησε μεγάλο αριθμό βιβλίων, συγγραφέων όπως ο Τάκης Χατζηαναγνώστου, ο Κλεάνθης Παλαιολόγος, η Πέπη Δαράκη, η Χρυσούλα Χατζηγιανιού, ο Μίμης Ελευθεριάδης κ.ά., και φιλοτέχνησε τις συσκευασίες πολλών επιτραπέζιων παιχνιδιών.
Στο διάστημα αυτό παρακολούθησε και μαθήματα αγιογραφίας σε σεμινάρια του Μουσείου Μπενάκη. Μερικές από τις αγιογραφίες της υπάρχουν στη εκκλησία του Αγίου Νικόλα των Πύργων Θερμής. Επίσης, κοντά σε παραδοσιακούς μαστόρους έμαθε την τέχνη του βοτσαλωτού.
Το 1968, με προτροπή του Αλεβίζου Τάσσου, που της έδωσε χρήσιμες οδηγίες, πραγματοποίησε με μεγάλη επιτυχία την πρώτη της έκθεση στην Αθήνα, στην gallery «Astor. Εκεί γνώρισε και τον Οδυσσέα Ελύτη, που αγόρασε ένα έργο της και στη συνέχεια και δεύτερο, σε άλλη έκθεσή της, στην αίθουσα τέχνης «Υδροχόος». Μαζί του είχε την ευκαιρία να μιλήσει για θέματα που αφορούσαν τη ζωγραφική και τα κολάζ που ο ίδιος φιλοτεχνούσε εκείνον τον καιρό.

Κατά τη διάρκεια και άλλων εκθέσεών της, στην Αθήνα και σε άλλες πόλεις της Ελλάδας, γνώρισε από κοντά και συναναστράφηκε πολλούς σημαντικούς ανθρώπους, οι οποίοι έγραψαν θετικά, κολακευτικά σχόλια για τη δουλειά της. Ανάμεσά τους, ο Γιάννης Τσαρούχης, ο Παναγιώτης Τέτσης, ο Γιώργος Βακιρτζής, ο Χρόνης Μπότσογλου, η Βανιώ, ο Νικηφόρος Βρεττάκος, ο Κίτσος Μακρής, ο Τίτος Πατρίκιος, ο Στέλιος Λυδάκης, ο Βάσος Κουντουρίδης, η Αθηνά Σχινά και πολλοί άλλοι.
Μέχρι σήμερα, η Καίτη Μεσσηνέζη έχει κάνει 33 ατομικές εκθέσεις, ενώ έχει συμμετάσχει σε άλλες 45 ομαδικές, στην Ελλάδα και το εξωτερικό. Έργα της βρίσκονται σε μουσεία και πολλές ιδιωτικές συλλογές.
«Δεν κατάλαβα πώς πέρασαν όλα αυτά τα τόσο δημιουργικά και ενδιαφέροντα χρόνια», λέει η ίδια. «Με τις δραστηριότητες στον επαγγελματικό τομέα, την αγάπη στην οικογένειά μου, στους γονείς, στους φίλους, η ζωή μου ήταν γεμάτη. Ένιωθα ικανοποίηση και ευτυχία. Όμως, ένα μικρό αγκάθι σε μια γωνιά της καρδιάς μου με πονούσε. Νοσταλγούσα και λαχταρούσα τον τόπο μου, το νησί μου, την πατρίδα μου…»


Οικογενειακή φωτογραφία τού 1948 (αριστερά). Η Καίτη Μεσσηνέζη, με τη μητέρα της Νίτσα (2002) (δεξιά)

Με τη «Λεσβιακή Παροικία»

Η διέξοδος ήρθε με τη «Λεσβιακή Παροικία». Η Καίτη Μεσσηνέζη έβαλε υποψηφιότητα και εκλέχτηκε στο διοικητικό της συμβούλιο, ενώ την υποδέχτηκαν παλιοί γνωστοί και φίλοι της, όπως ο Κλεάνθης Παλαιολόγος, ο Τάκης Χατζηαναγνώστου, ο Μήτσος Ευστρατιάδης, ο Κώστας Καλλιπολίτης, ο Μάριος Γιουρουκέλλης, η Κλειώ Φραγκισκοπούλου και άλλοι.
«Για όλους τους Μυτιληνιούς της Αθήνας, η “Λεσβιακή Παροικία” αντιπροσώπευε το νησί μας, τις αναμνήσεις, τα ωραία νεανικά χρόνια», αναφέρει. «Ήταν το καταφύγιο και η διέξοδος. Εκεί έβρισκαν τους φίλους, τους γνωστούς και έβαζαν στην άκρη την ξενιτειά και τις δυσκολίες της.»
Η «Λεσβιακή Παροικία» ήταν και εξακολουθεί να είναι ένας εύρωστος σύλλογος, ο πιο παλιός απ’ όλους τους λεσβιακούς των Αθηνών, μετρώντας ζωή 46 χρόνων. Αυτόν το Σύλλογο υπηρετεί η Καίτη Μεσσηνέζη με όλες τις δυνάμεις της και με καλή συνεργασία πάντα, για 25 χρόνια, αρχικά ως απλό μέλος του διοικητικού συμβουλίου, αργότερα ως αντιπρόεδρος και τα τελευταία δύο χρόνια ως πρόεδρος.

Στις τελευταίες εκλογές επανεκλέχτηκε, ξεκινώντας έτσι μια νέα διετία, έχοντας το κουράγιο και την ελπίδα πως, παρά τις δύσκολες καταστάσεις που όλος ο κόσμος γενικά αντιμετωπίζει, τα μέλη της «Λεσβιακής Παροικίας» θα τα καταφέρουν και θα τα πάνε… ακόμα καλύτερα.
«Στη ζωή μου προχώρησα επιδιώκοντας πάντα την ουσία και όχι τη διάκριση», λέει η Καίτη Μεσσηνέζη, κάνοντας έναν απολογισμό της πορείας της μέχρι τώρα. «Αγαπώ τη ζωή, γι’ αυτό η ζωγραφική μου είναι βιώματα από την ίδια τη ζωή, που είναι η πηγή της έμπνευσής μου. Το περιβάλλον, τα όνειρα, ο μόχθος των ανθρώπων είναι εκείνα που αθέατα οδηγούν το χέρι να επιλέγει τα θέματα. Η ψυχική διάθεση είναι στοιχείο καταλυτικό για τη δουλειά μου. Πιστεύω πως αν ο ζωγράφος δουλεύει αφήνοντας το συναίσθημα να τον διακατέχει, αυτό το όποιο συναίσθημα διοχετεύεται στο έργο του μέσω της επιλογής του θέματος, της χρωματικής αλληλουχίας, του παλμού και της έντασης της πινελιάς…»
Σε πείσμα των καιρών και κόντρα στις αντίξοες συνθήκες της καθημερινότητας, η δημιουργία για την ίδια δε σταματά, αφού έχει ήδη ολοκληρώσει το υλικό για μια έκθεση που θα κάνει το ερχόμενο καλοκαίρι στον Πύργο «Χρυσώ», στη Θερμή Μυτιλήνης…

Γενική Ροή Ειδήσεων

PROUDLY POWERED BY CJ web | Copyright © 2017 {emprosnet.gr}
Made with love and a lot of coffee by CJ web, Creative web Journey