Έλεγαν μεταξύ τους υπάλληλοι της Συνεταιριστικής το 2004

«… σε μια εβδομάδα θα πάμε φυλακή»

05/09/2014 - 22:31

Μια δεκαετία έχει περάσει από το μακρινό 2004, τη χρονιά που η Συνεταιριστική Τράπεζα Λέσβου - Λήμνου πλήρωνε εξ ιδίων ακάλυπτες επιταγές πελατών της, μια καταστροφική επιλογή που οδήγησε στο να αναλωθούν τα κεφάλαιά της. 

Μια δεκαετία έχει περάσει από το μακρινό 2004, τη χρονιά που η Συνεταιριστική Τράπεζα Λέσβου - Λήμνου πλήρωνε εξ ιδίων ακάλυπτες επιταγές πελατών της, μια καταστροφική επιλογή που οδήγησε στο να αναλωθούν τα κεφάλαιά της.

Οκτώ χρόνια αργότερα, το 2012, η άδεια λειτουργίας της Συνεταιριστικής ανακλήθηκε από την Τράπεζα της Ελλάδος και μια από τις κύριες αιτίες που λήφθηκε αυτή η απόφαση, ήταν ο μηδενισμός των ιδίων κεφαλαίων.

Παρ’ ότι έχει περάσει μια δεκαετία από τότε, μέχρι σήμερα κανείς δεν έχει δώσει μια πειστική απάντηση γιατί η Συνεταιριστική είχε κάνει αυτή την καταστρεπτική επιλογή, γιατί πλήρωνε τις ακάλυπτες επιταγές των πελατών της αντί να τις σφραγίζει όπως θα ήταν το φυσιολογικό.

Σήμερα το «Ε» φέρνει στη δημοσιότητα νέα στοιχεία για αυτή την υπόθεση, προσπαθώντας να φωτίσει ορισμένες από τις πολλές κρυφές πτυχές της.

Σύμφωνα με τα όσα έχουν δει το φως της δημοσιότητας μέχρι τώρα, την περίοδο Μάιος - Νοέμβριος 2004 δημιουργήθηκε ο κύριος όγκος του προβλήματος. Θυμίζουμε ότι στη συνέχεια αυτές οι επιταγές μετατράπηκαν σε δανειακές συμβάσεις, τα λεγόμενα «θαλασσοδάνεια». Ονομάστηκαν έτσι διότι δεν είχαν καμμία εξασφάλιση.

Το «Ε» με πολύ προσεκτικό τρόπο αναφέρθηκε για πρώτη φορά στο θέμα αυτό στις αρχές τού 2005. Δηλαδή πολλούς μήνες μετά την εμφάνιση του προβλήματος. Η υπόθεση αυτή ήταν κοινό μυστικό στους κύκλους της Τράπεζας. Είναι χαρακτηριστικό ότι στέλεχος της Τράπεζας στις 18 Δεκεμβρίου τού 2004, σε συνεδρίαση του Δ.Σ. της Τράπεζας, αναφέρει: «Τώρα τελευταία κυκλοφορεί μια κινδυνολογία εντός της Τραπέζης, η οποία έχει πανικοβάλει προσωπικό και διοικητικό συμβούλιο και το χειρότερο, έχουν πανικοβάλει την πελατεία της Τράπεζας.

Οι άνθρωποι που δημιούργησαν αυτή την κατάσταση (σ.σ. δηλαδή την κινδυνολογία) δεν προσφέρουν τις καλύτερες υπηρεσίες στην Τράπεζα. Αναφέρομαι στο θέμα των επιταγών». Στη συνέχεια, το ίδιο στέλεχος υποστήριζε πως το θέμα είχε λήξει και προσέθετε πως η πληρωμή ακάλυπτων επιταγών ή η μη σφράγιση τους είναι πάγια τακτική των μεγάλων τραπεζών (αναφερόμενο σε εκείνη την εποχή).

Σε άλλο σημείο, το στέλεχος της Συνεταιριστικής μεταφέρει στο Δ.Σ. συνομιλία δύο υπαλλήλων της Τράπεζας. «Η μία έλεγε στην άλλη: “Πάρε κρέμες να παχύνεις, γιατί σε μια βδομάδα θα είμαστε όλοι φυλακή”. «Καταλαβαίνετε ότι τέτοια πράγματα είναι απαράδεκτα να λέγονται μέσα στην Τράπεζα και σας ζητώ να με βοηθήσετε να σταματήσουν αυτές οι κινδυνολογίες, γιατί μόνο ζημιά κάνουν στην Τράπεζα».

Στη συνέχεια το στέλεχος της Συνεταιριστικής εκφράζει την αγωνία του για το μέλλον της Τράπεζας σε περίπτωση που διαρρεύσει στην αγορά η πληροφορία για την πληρωμή ακάλυπτων επιταγών από τα διαθέσιμα της Τράπεζας.

Κι εδώ τίθεται το ερώτημα, γιατί υπήρχε τέτοια αγωνία μεταξύ των στελεχών και των υπαλλήλων της Τράπεζας αν επρόκειτο για μια συνηθισμένη πρακτική που ακολουθούνταν από όλες τις εμπορικές τράπεζες;

 

Πώς ξεκίνησε  

Στην ίδια συνεδρίαση, 18 Δεκεμβρίου 2004, μέλος τού Δ.Σ. της Συνεταιριστικής που διαφωνεί με την πληρωμή των ακάλυπτων επιταγών, ρωτάει πότε ξεκίνησε αυτή η πρακτική. Το ως άνω στέλεχος της Τράπεζας προσπαθεί να δείξει πως το θέμα έχει λήξει και πως πρόκειται για μια τακτική που ακολουθούνταν για μεγάλο χρονικό διάστημα. Λέει χαρακτηριστικά, «η Τράπεζα κράτησε ορισμένες επιταγές δύο - τριών πελατών μας για να μην τους καταστρέψει» και στη συνέχεια υπογραμμίζει πως δεν ήταν ο ίδιος εμπνευστής αυτής της τακτικής, αλλά δεν αναφέρει ποιος ήταν, λέγοντας: «Δεν κατεβαίνω στο επίπεδο να λέω ποιος και τι έκαναν άλλοι».

Οι πιέσεις για να δώσει πιο συγκεκριμένες εξηγήσεις συνεχίζονται και τότε το στέλεχος της Τράπεζας θα πει πως η πληρωμή ακάλυπτων επιταγών έχει ξεκινήσει από παλιά και ότι είχαν κρατηθεί 130 εκατ. ευρώ σε επιταγές για έξι μήνες. Αναφέρει με ικανοποίηση πως τελικά οι επιταγές πληρώθηκαν και προσθέτει, επίσης με ικανοποίηση, πως δεν υπάρχει καμμία έκθετη επιταγή πελατών που ευνοήθηκαν από τη συγκεκριμένη πρακτική, αναφέροντας τα ονόματα τεσσάρων μεγάλων απ’ αυτούς.

Οι παραπάνω αιτιάσεις δε φαίνεται να πείθουν το μέλος τού Δ.Σ. της Τράπεζας που διαφωνεί και σημειώνει πως τα χρήματα που έχουν δοθεί για την πληρωμή ακάλυπτων επιταγών, είναι πολύ περισσότερα, εκτιμά δε πως η αξία των ακάλυπτων επιταγών ανέρχεται στο ένα δισεκατομμύριο κι ότι οι πελάτες είναι πολύ περισσότεροι από τέσσερις. Σε κάποια στιγμή που τα πνεύματα οξύνονται, το μέλος τού Δ.Σ. της Τράπεζας θα πει: «Εγώ είμαι εδώ “χωρίς κέρδος κέρατα” και δεν έχω καμμία διάθεση ούτε να πάω στον εισαγγελέα, ούτε να έχω καμμία ποινική ευθύνη». Θεωρεί πως το όλο θέμα είναι μια βραδυφλεγής βόμβα, η οποία ενδέχεται κάποια στιγμή να σκάσει. Όταν διαπιστώνει την έκταση του προβλήματος, ζητάει να γίνει συνεδρίαση του Δ.Σ. που θα εξετάσει την κατάσταση και θα δρομολογήσει την αντιμετώπισή της. 

Άλλο μέλος του Δ.Σ. της Τράπεζας χαρακτηρίζει τα όσα ακούστηκαν, υπερβολές, που εκτιμά πως δεν έχουν βάσει. Ζητά όποιος έχει να πει κάτι συγκεκριμένο να το κάνει και κατόπιν να παρουσιαστούν στο Δ.Σ. όλες οι καταστάσεις των οφειλετών της Τράπεζας, για να φανεί ποιοι είναι οι συνεπείς οφειλέτες και ποιοι οι ασυνεπείς. Θεωρεί πως η Τράπεζα προσπαθεί κάνει ό,τι μπορεί για να εισπράξει τα ποσά που της οφείλονται.

Τότε το μέλος τού Δ.Σ. που διαφωνεί με την πληρωμή των ακάλυπτων επιταγών, τον ρωτάει: «Αν η τράπεζα ήταν 100% δική σου, θα έδινες σε κανέναν 200 εκατ. ευρώ χωρίς υπογραφή;»

Τρίτο μέλος τού Δ.Σ. που παρακολουθεί την αντιπαράθεση, θα πει ότι δε γνωρίζει και δεν καταλαβαίνει τι συμβαίνει.

Ένα τέταρτο μέλος του Δ.Σ. της Συνεταιριστικής υποστηρίζει πως δεν είναι η στιγμή να αποδοθούν ευθύνες. Εκείνο που πρέπει να γίνει, είναι να βρεθεί λύση στο πρόβλημα. Πιστεύει πως αν το θέμα βγει στη δημοσιότητα, θα θιγούν η φήμη της Τράπεζας και η υπόληψη των μελών τού Δ.Σ..

 

Διαφωνίες στελεχών 

Από τα όσα ακούστηκαν στη συνεδρίαση της 18ης Δεκεμβρίου τού 2004, είναι σαφές πως το θέμα ταλάνιζε το Δ.Σ., αλλά και τα στελέχη της Τράπεζας, για μεγάλο χρονικό διάστημα. Μάλιστα είχαν προκύψει και έντονες αντιπαραθέσεις μεταξύ των στελεχών. Φαίνεται δε, ότι έγινε προσπάθεια από μέλος τού Δ.Σ. να αντιμετωπιστούν οι αντιπαραθέσεις. Στο πλαίσιο της προσπάθειας αυτής, έγινε συνάντηση κορυφαίου διοικητικού παράγοντα της Συνεταιριστικής με δύο στελέχη, εκτός της Τράπεζας. Το κορυφαίο διοικητικό στέλεχος, μεταφέροντας τα αποτελέσματα της προσπάθειας στο Δ.Σ., θα έλεγε πως είχε γίνει μια ειλικρινής συζήτηση με ανοιχτά χαρτιά και από τα δύο στελέχη. Ένα εξ αυτών υπογράμμισε τους κινδύνους που εγκυμονούσε η πρακτική να πληρώνονται ακάλυπτες επιταγές από τα διαθέσιμα της Τράπεζας. Το κορυφαίο διοικητικό στέλεχος του ζήτησε να προτείνει λύση, όμως το στέλεχος της Συνεταιριστικής απέφυγε να κάνει κάποια πρόταση. Τότε το άλλο στέλεχος της Τράπεζας πρότεινε ως λύση να γίνουν δανειακές συμβάσεις, ώστε να λήξει η εκκρεμότητα με τις ακάλυπτες επιταγές.

Από τα παραπάνω είναι φανερό πως τα θαλασσοδάνεια εμφανίστηκαν ως λύση ανάγκης, η οποία θα αντιμετώπιζε το τραγικό λάθος της πληρωμής των ακάλυπτων επιταγών. Σε όλη τη συζήτηση του Δ.Σ. φαίνεται πως κανείς δεν είχε αντιληφθεί τι θα συνέβαινε όταν ενημερωνόταν η Τράπεζα της Ελλάδος. Μερικούς μήνες αργότερα, η Τράπεζα της Ελλάδος ενημερώθηκε και έστειλε επίτροπο τον κ. Βασιλαδιώτη.

Καλά πληροφορημένες πηγές αναφέρουν πως οι πρώτες εντολές που είχαν δοθεί στον κ. Βασιλαδιώτη, ήταν να κλείσει την Τράπεζα μέσα σε μια εβδομάδα. Αργότερα επικράτησε η άποψη πως αν έκλεινε η Τράπεζα, θα δεχόταν πολύ ισχυρό πλήγμα ο θεσμός των συνεταιριστικών τραπεζών.

Γενική Ροή Ειδήσεων

PROUDLY POWERED BY CJ web | Copyright © 2017 {emprosnet.gr}
Made with love and a lot of coffee by CJ web, Creative web Journey