O ευρωβουλευτής Σπύρος Δανέλλης μιλά στο «Ε»

Όχι σε ψηφοθηρική στήριξη της γεωργίας

08/03/2014 - 14:27

O ευρωβουλευτής Σπύρος Δανέλλης μιλάει σήμερα στο «Ε» για το κρίσιμο ζήτημα της νέας Κοινής Αγροτικής Πολιτικής και κατηγορεί το Υπουργείο Αγροτικής Ανάπτυξης για μη δικαιολογημένη καθυστέρηση στο σχεδιασμό της εφαρμογής της.

O ευρωβουλευτής Σπύρος Δανέλλης μιλάει σήμερα στο «Ε» για το κρίσιμο ζήτημα της νέας Κοινής Αγροτικής Πολιτικής και κατηγορεί το Υπουργείο Αγροτικής Ανάπτυξης για μη δικαιολογημένη καθυστέρηση στο σχεδιασμό της εφαρμογής της. Παράλληλα, δηλώνει πως διαχρονικά οι ελληνικές κυβερνήσεις έπαιρναν μέτρα στήριξης της αγροτικής παραγωγής με ψηφοθηρικά κριτήρια. Σε ό,τι αφορά στο μέλλον, εξηγεί πως οι αγρότες πρέπει να έχουν στόχο να παράγουν προϊόντα που θα ζητούνται από τους καταναλωτές και με μεθόδους φιλικές προς το περιβάλλον.

 

Κύριε Δανέλλη, κατά την πρόσφατη επίσκεψή σας στη Μυτιλήνη φέρατε ως παράδειγμα προς μίμηση τον τρόπο που λειτούργησαν οι φορείς των Νήσων Αζόρες, όπου επιτεύχθηκε μια συμφωνία όλων των φορέων για το μοντέλο ανάπτυξης και τις προτεραιότητες. Κι η συμφωνία αυτή υλοποιείται. Πιστεύετε ότι μπορεί να γίνει κάτι αντίστοιχο στη χώρα μας για τον τρόπο που θα εφαρμοστεί η νέα ΚΑΠ;
«Είναι σίγουρο ότι μπορεί να επιτευχθεί ανάπτυξη στο γεωργικό τομέα της Ελλάδας, ιδιαίτερα με την υποστήριξη της Κοινής Αγροτικής Πολιτικής. Το πρόβλημα που έχουμε στην Ελλάδα, δεν είναι ότι δε μας δίνονται ευκαιρίες, είναι ότι δεν έχουμε εξοικειωθεί με τη λογική της πρωτοβουλίας, της επιχειρηματικότητας, της συνεργασίας. Έχουμε συνηθίσει στη διεκδίκηση μιας έξωθεν εξασφαλισμένης σταθερότητας, που τελικά μας καθηλώνει και μας βαλτώνει. Κι αν προσέξετε, όλα αυτά τα χαρακτηριστικά συνδέονται μεταξύ τους. Για παράδειγμα, δε γίνεται να έχεις ανάπτυξη χωρίς υγιή επιχειρηματικότητα. Δε γίνεται να αναπτύξεις επιχειρηματικότητα αν δε λάβεις πρωτοβουλίες, δε γίνεται να προοδεύσεις αν δεν αξιοποιήσεις συνεργασίες. Κι αυτό ισχύει ιδιαίτερα στην Ελλάδα, όπου οι κλίμακες είναι μικρές.

Έχοντας όμως επισημάνει αυτές τις αλλαγές που θα πρέπει να γίνουν σε επίπεδο αγροτών, θα πρέπει να πούμε ότι πολλά θα πρέπει να γίνουν ή και να “ξεγίνουν” σε επίπεδο κυβέρνησης, διότι υπάρχουν πολλά προβλήματα στον τρόπο με τον οποίο διαχρονικά όλες οι ελληνικές κυβερνήσεις προωθούν την εφαρμογή της Κοινής Αγροτικής Πολιτικής. Άλλα τόσα προβλήματα απορρέουν και από τον αποσπασματικό και ψηφοθηρικό τρόπο με τον οποίο αποφασίζονται κατά καιρούς εθνικά μέτρα για το γεωργικό τομέα. Παραδείγματα βλέπουμε κάθε χρόνο με τον τρόπο που βιάζονται οι κυβερνήσεις να εξυπηρετήσουν τις απαιτήσεις των αγροτών.

Και δυστυχώς από το 1996 μέχρι σήμερα που βγαίνουν παραδοσιακά πια ορισμένοι αγρότες στους δρόμους, δεν έχω δει ποτέ να υπάρχει έστω και ένα αίτημα που αφορά την ενημέρωση, την πληροφόρηση, την τεχνική υποστήριξη του τομέα, που να εκφράζει ανησυχία για την υποβάθμιση του εδάφους και του νερού, για το πρόβλημα της κλιματικής αλλαγής και το τι προσαρμογές θα πρέπει να κάνει η γεωργία για να ελαχιστοποιήσει τις οικολογικές και οικονομικές ζημιές. Μονίμως τα προβλήματα περιορίζονται στο πόσο πιο άκοπα και χωρίς όρους θα δοθούν παροχές.

Ο αγρότης τού σήμερα θα έπρεπε να αναζητά να βρει τρόπους με το πώς θα εξασφαλίσει ένα καλό εισόδημα από τις αγορές. Θα πρέπει να αγωνιά για την υπεράντληση του νερού και τις μακροπρόθεσμες συνέπειές της. Αντ’ αυτών, εξακολουθεί να οραματίζεται ενισχυμένες επιδοτήσεις. Η ίδια η Κοινή Αγροτική Πολιτική, όμως, έχει αλλάξει, διότι προσαρμόζεται στις νέες συνθήκες. Η αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής είναι πλέον ένας από τους στόχους της. Εμείς ακόμα συζητάμε για την εκτροπή του Αχελώου.»

Για τη νέα ΚΑΠ

Τις προηγούμενες ημέρες, το Δ.Σ. τής ΠΑΣΕΓΕΣ συζήτησε έξι σενάρια για την εφαρμογή της νέας ΚΑΠ και προέκρινε εκείνο που αντιμετωπίζει όλη την Ελλάδα ως μια ενιαία περιφέρεια. Ποια είναι η δική σας άποψη για το θέμα; Θα βοηθήσει την αγροτική παραγωγή των νησιών η αντιμετώπιση της χώρας ως μιας ενιαίας περιφέρειας;
«Η αντιμετώπιση όλης της Ελλάδας ως μίας περιφέρειας θα είναι μια χαμένη ευκαιρία για αξιοποίηση των διαφορετικών δυνατοτήτων και την αντιμετώπιση των διαφορετικών προβλημάτων που υπάρχουν ανά περιοχή της χώρας. Όπως δε θα ήταν σωστή και η ενιαία αντιμετώπιση όλων των νησιών, έτσι δεν είναι και ιδιαίτερα ενθαρρυντική η επιλογή της ενιαίας περιφέρειας. Στα σενάρια που αναφέρεστε, προέκυψε ότι ήταν νησί η περιοχή με τις υψηλότερες στρεμματικές επιδοτήσεις και νησί η περιοχή με τις χαμηλότερες.

Είναι προφανές ότι η νησιωτικότητα δεν είναι από μόνη της καθοριστικός παράγοντας, ούτε για τα τοπικά προβλήματα ούτε για τις τοπικές δυνατότητες. Εκτός από την περιφερειοποίηση, βέβαια, υπάρχουν και άλλες δύο δυνατότητες για διαφοροποίηση της ενιαίας ενίσχυσης με παροχή επιπρόσθετου ποσού. Η μία αφορά περιοχές με φυσικά μειονεκτήματα που μπορεί να επιλέξει το κράτος-μέλος, και η άλλη έχει να κάνει με την καταβολή συνδεδεμένων ενισχύσεων σε περιοχές που δεν έχουν δυνατότητες διαφοροποίησης της οικονομικής τους δραστηριότητας.»

Ποια μέτρα πρέπει να ληφθούν ώστε να προστατευθεί η αγροτική παραγωγή των νησιών και, αν είναι δυνατόν, να αυξηθεί;
«Κατ’ αρχάς θα μου επιτρέψετε να επισημάνω μερικά προβλήματα σε αυτό τον τρόπο προσέγγισης. Στο Ευρωκοινοβούλιο, με το συνάδελφο Παπαστάμκο προσπαθήσαμε να εξασφαλίσουμε όσο το δυνατόν μεγαλύτερη χρηματική υποστήριξη για την παραγωγή στα μικρά νησιά του Αιγαίου, αλλά χρειάζεται προσοχή σε αυτό τον τρόπο προσέγγισης. Η γεωργία πρέπει να προωθείται με μακροπρόθεσμους όρους οικονομικής και περιβαλλοντικής βιωσιμότητας, γιατί αλλιώς δεν έχει μέλλον ούτως ή άλλως.

Η αύξηση της γεωργικής παραγωγής θα πρέπει πρώτα να λαμβάνει υπόψη της τη διαθέσιμη ποσότητα και ποιότητα των φυσικών πόρων, κυρίως του νερού και εδάφους, και τις νέες συνθήκες που συνδέονται με την κλιματική αλλαγή. Αυτό που θα πρέπει σίγουρα να επιδιώκεται, είναι η πιο αποτελεσματική αξιοποίηση των πόρων και η παραγωγή προϊόντων με όσο το δυνατόν μεγαλύτερη προστιθέμενη αξία. Τα νησιά έχουν σε πολλές περιπτώσεις ιδιαιτερότητες που μπορούν να αξιοποιηθούν για την προσφορά διαφοροποιημένων, με υψηλή προστιθέμενη αξία προϊόντων στην αγορά.

Σε πολλά νησιά της Ελλάδας είχαμε ανέκαθεν πρόβλημα με το νερό, ακόμα και πριν να προστεθεί ο κίνδυνος της κλιματικής αλλαγής. Αυτό, δε, το πρόβλημα εντεινόταν από την ανταγωνιστική χρήση του νερού από άλλους τομείς της οικονομίας πέραν της γεωργίας, όπως είναι ο τουρισμός, και οι οποίοι επίσης χρειάζονται για την ανάπτυξη των νησιών.

Επιπτώσεις στη γεωργία
»Η κλιματική αλλαγή θα πλήξει τη γεωργία ιδιαίτερα στα κράτη-μέλη του Νότου. Το φαινόμενο θα αρχίσει να βιώνεται από το 2050 σε όλη του την ένταση, αλλά μέχρι τότε θα έχουμε πλήγματα από ακραία καιρικά φαινόμενα. Ήδη το ζούμε αυτό στη χώρα μας, μια με πλημμύρες, μια με περιόδους ξηρασίας. Θα πρέπει λοιπόν οι παραγωγοί να κάνουν τις κατάλληλες προσαρμογές και μάλιστα εγκαίρως, ώστε να αποτραπούν δραστικές επιπτώσεις στο εισόδημα. Και αυτή θα είναι μια διαδικασία διαφορετική για κάθε περιοχή, διότι τα προβλήματα και οι δυνατότητες κάθε περιοχής, ιδιαίτερα στις νέες συνθήκες της κλιματικής αλλαγής, διαφέρουν.

Η προσαρμογή θα πρέπει να συμπεριλαμβάνει αποφάσεις για το ποιες γεωργικές δραστηριότητες θα ασκούνται και με ποιον τρόπο, αλλά πολλές φορές και το τι είδους δραστηριότητες θα πρέπει να ασκούνται πέραν της γεωργίας. Αυτά είναι θέματα και ερωτήματα που στη χώρα μας ξενίζουν και βέβαια ακούγονται υπερβολικά και εξεζητημένα, αλλά δυστυχώς αυτή είναι μια πραγματικότητα στην οποία θα πρέπει η Ελληνική Γεωργία να προσαρμοστεί αν θέλει να επιβιώσει.»

Πώς κρίνετε το γεγονός πως μέχρι σήμερα το Υπουργείο Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων δεν έχει δημοσιοποιήσει την πρότασή του για το θέμα;
«Είναι μια καθυστέρηση μη δικαιολογημένη, ιδιαίτερα επειδή η νέα ΚΑΠ εισάγει προς υιοθέτηση νέες έννοιες και πρακτικές, που απαιτούν ιδιαίτερη, εκτενή πληροφόρηση και ενημέρωση των αγροτών. Επίσης το Υπουργείο θα έπρεπε να ασχολείται πυρετωδώς με το πώς θα εξασφαλισθεί η ποιοτικά άρτια παροχή Συμβουλευτικών Υπηρεσιών στο Γεωργικό Τομέα, υπηρεσιών κρίσιμης σημασίας που προβλέπονται από τη νέα ΚΑΠ.»

Τοπικά προβλήματα

Ένα ζήτημα που πραγματικά «καίει» τους κτηνοτρόφους της Λέσβου και όλων των νησιών του Αιγαίου, είναι η επιλεξιμότητα των βοσκοτόπων. Το 2013 πολύ μεγάλες εκτάσεις τέθηκαν εκτός επιδοτήσεων και οι κτηνοτρόφοι μας έχασαν πολύ μεγάλο μέρος των επιδοτήσεων που λάμβαναν τα προηγούμενα χρόνια. Υπάρχει κάποια εξέλιξη στο ζήτημα αυτό; Η απώλεια επιδοτήσεων θα παγιωθεί και κατά τα έτη εφαρμογής της νέας ΚΑΠ ή όχι;
«Η νέα ΚΑΠ ξεκινά με διανομή νέων δικαιωμάτων. Τα προβλήματα της επιλεξιμότητας των βοσκοτόπων με τη νέα ΚΑΠ θα είναι αρκετά διαφορετικά από τα παλιά. Οι βοσκότοποι σε πολλές περιπτώσεις δεν ήταν επιλέξιμες εκτάσεις στο παλιό καθεστώς. Με τη νέα ΚΑΠ, οι μόνιμοι βοσκότοποι μπορεί να είναι επιλέξιμες εκτάσεις. Επαφίεται στο κράτος-μέλος να ξεκαθαρίσει τι είδους εκτάσεις θα θεωρούνται επιλέξιμες για το 30% του πρασινίσματος.

Παρ’ όλα αυτά, παραμένουν άλυτα από την ελληνική κυβέρνηση και την αυτοδιοίκηση προβλήματα για την ενεργοποίηση των δικαιωμάτων και την εφαρμογή του πρασινίσματος στους μόνιμους βοσκοτόπους. Αυτό είναι ένα θέμα που θα έπρεπε να επιζητούμε να λύσουμε ούτως ή άλλως, διότι όπου δεν υπάρχουν σαφώς οριοθετημένα δικαιώματα, δεν υπάρχουν ούτε κίνητρα για καλή χρήση των φυσικών πόρων και ορθολογική βόσκηση.»

Εκτός από τη νέα Κοινή Αγροτική Πολιτική, προσφάτως ψηφίστηκε και η νέα Κοινή Αλιευτική Πολιτική. Πώς κρίνετε τη συμφωνία αυτή; Είναι σε θετική κατεύθυνση; Θα υπάρξουν νέοι περιορισμοί για την αλιεία στο Αιγαίο;
«Ασφαλώς και είναι σε θετική κατεύθυνση, δεδομένου ότι επιχειρεί να προστατεύσει τα ιχθυαλιεύματα από την υπεραλίευση. Η Αλιευτική Πολιτική αποτελεί ένα παράδειγμα των όσων είπαμε παραπάνω. Δεν μπορούμε να κοροϊδέψουμε τη φύση, ακόμα κι αν θέλουμε να κοροϊδέψουμε τους ευρωπαϊκούς και εθνικούς μηχανισμούς ή ακόμα και τον εαυτό μας. Εάν αυτό δεν μπορούμε να το σκεφτούμε από μόνοι μας, κάποιος θα πρέπει να μας το επιβάλει. Είναι και αυτό ένα αντίστοιχο πρόβλημα με αυτό των βοσκοτόπων, που απορρέει από τη μη σαφή οριοθέτηση ιδιοκτησιακών δικαιωμάτων.»

Για τις επιδοτήσεις

Η τάση είναι οι επιδοτήσεις στην αγροτική παραγωγή να μειωθούν. Κατά συνέπεια, τίθεται σε άμεση προτεραιότητα η διαμόρφωση ενός βιώσιμου παραγωγικού μοντέλου για τον πρωτογενή τομέα της χώρας μας. Ποια είναι τα στοιχεία που πρέπει να έχει αυτό;
«Πρώτα απ’ όλα, σύμφωνα με όλες τις τελευταίες μεταρρυθμίσεις της Κοινής Αγροτικής Πολιτικής, η τάση είναι οι επιδοτήσεις να είναι στρεμματικές και αποσυνδεδεμένες από την ποσότητα και το είδος παραγωγής. Αυτό ήταν και ένα από τα νέα χαρακτηριστικά της τελευταίας μεταρρύθμισης. Θα γίνει μια αναδιανομή δικαιωμάτων για ενιαία βασική πληρωμή ανά στρέμμα, ανεξάρτητα από αποδόσεις του παρελθόντος και του μέλλοντος.

Εξαίρεση αποτελεί η δυνατότητα που παρέχεται σε κάθε κράτος-μέλος να διαθέσει ένα μέρος των χρημάτων που θα λαμβάνει από την Ευρωπαϊκή Ένωση (δηλαδή τον εθνικό φάκελο), για συνδεδεμένες πληρωμές σε συγκεκριμένα προϊόντα, που είναι συνυφασμένα με περιοχές που αντιμετωπίζουν ιδιαίτερες αντιξοότητες, όπως μπορεί να είναι ορισμένα νησιά. Αυτή η πρόβλεψη, μάλιστα, γίνεται υπό τον όρο να διατηρηθεί (και όχι να αυξηθεί) η παραγωγή. Οπότε, σωστά παρατηρείτε ότι ο πρωτογενής τομέας θα πρέπει να αναπτύξει τρόπους για να εξασφαλίζει επαρκές εισόδημα από την αγορά.

Το δεύτερο χαρακτηριστικό της νέας μεταρρύθμισης είναι η σύνδεση πληρωμών με το πρασίνισμα, δηλαδή δράσεις που απορρέουν από την αναγνώριση της σχέσης της γεωργίας με την κλιματική αλλαγή. Η βιωσιμότητά του, λοιπόν, προϋποθέτει ο κάθε παραγωγός να λαμβάνει αποφάσεις για το τι θα παράγει με βάση, αφενός, τις περιοριστικές συνθήκες από τους φυσικούς πόρους και τα καιρικά φαινόμενα και, αφετέρου, τη ζήτηση της αγοράς. Στη χώρα μας παραβλέπουμε και τους δύο παράγοντες και επιμένουμε να εξακολουθούμε να παράγουμε με τον ίδιο τρόπο και έχοντας τις ίδιες προσμονές με αυτές που είχαμε πριν 30 χρόνια.

Ο κόσμος όμως αλλάζει ανεπιστρεπτί και μας αφήνει πίσω. Οι σημαντικότερες προϋποθέσεις για τη βιωσιμότητα της γεωργίας είναι η ικανότητα προσαρμογής, η ενημέρωση για τις κινήσεις των αγορών, η γνώση σύγχρονων πρακτικών και των τεχνολογικών εξελίξεων, η γνώση για τον τρόπο λειτουργίας των αγορών. Το δημογραφικό πρόβλημα στη γεωργία δεν αφήνει και μεγάλες ελπίδες για προσαρμογή από τον ηλικιακά γερασμένο πληθυσμό που απασχολείται στη γεωργία. Υπάρχει όμως και το νέο αίμα.

Ελπίδα μας είναι ότι οι νέοι που θα στραφούν στη γεωργία, θα το πράξουν από συνειδητή επιλογή και όχι από ανάγκη. Σε αυτήν την περίπτωση είναι βέβαιο ότι ο νέος αγρότης θα αλλάξει ριζικά τη μορφή του παραγωγικού μοντέλου στην Ελλάδα. Κι αυτό γιατί θα έχει και καλύτερη συνείδηση των σημερινών προβλημάτων και καλύτερη γνώση των αγορών. Ας ευχηθούμε ότι θα αλλάξουμε και όλοι μας αντίληψη για την επιχειρηματικότητα, τις πρωτοβουλίες, την καινοτομία, τη συνεργασία.»

Γενική Ροή Ειδήσεων

PROUDLY POWERED BY CJ web | Copyright © 2017 {emprosnet.gr}
Made with love and a lot of coffee by CJ web, Creative web Journey